Ένα ερώτημα που τίθεται όλο και περισσότερο τελευταία είναι πόσοι άνθρωποι από αυτούς απεβίωσαν πράγματι από κορονοϊό και όχι από άλλο πρόβλημα υγείας που είχαν παράλληλα με COVID-19.
Tο ερώτημα αυτό είναι σημαντικό για την κατανόηση του αντίκτυπου της πανδημίας στην κοινωνία, αλλά και για τα μελλοντικά αντανακλαστικά της πολιτείας σε αυτή.
Οι καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Λίνα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) αναφέρουν ότι ειδικά στο απόγειο του πρώτου και δευτέρου κύματος, υπήρχαν πολύ καλές ενδείξεις ότι ακόμη και οι πιο ηλικιωμένοι άνθρωποι, που συνήθως παρουσιάζουν αρκετές νοσηρότητες, πέθαιναν από́ COVID-19 και όχι απλώς με COVID-19. Σε σύγκριση με το σημείο που βρισκόμαστε τώρα, τα ποσοστά μόλυνσης από κορονοϊό δεν ήταν τόσο υψηλά, αλλά ήταν πολύ αυξημένοι οι θάνατοι μεταξύ ατόμων με COVID-19.
Με το κύμα Omicron όμως το ερώτημα γίνεται πολύ δυσκολότερο να απαντηθεί, σημειώνουν οι καθηγητές του ΕΚΠΑ. Τα ποσοστά μόλυνσης είναι τόσο υψηλά, που η πιθανότητα να εισαχθεί κάποιος στο νοσοκομείο ή και να πεθάνει ενώ έχει μολυνθεί από κορονοϊό είναι πολύ μεγάλη. Επιπρόσθετα, το πρόγραμμα εμβολιασμού και αναμνηστικών δόσεων παρέχει στους ανθρώπους πολύ υψηλά (95% +) επίπεδα προστασίας από θάνατο λόγω COVID-19. «Επομένως, είναι πιθανό αυτή τη στιγμή τα στατιστικά στοιχεία με αιτία θανάτου την COVID-19 να υπερεκτιμούν το πόσοι άνθρωποι πεθαίνουν πραγματικά λόγω μόλυνσης με την παραλλαγή Omicron».
Αναμένονται λεπτομερείς αναλύσεις της θνησιμότητας καθώς και των δεδομένων των πιστοποιητικών θανάτων σε αυτή τη χρονική περίοδο, για να μπορέσουμε να απαντήσουμε με βεβαιότητα στο ερώτημα αναφέρουν οι καθηγητές. «Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει πλέον όλοι όσοι συντάσσουμε σχετικά πιστοποιητικά να αναρωτιόμαστε διπλά αν ο συνάνθρωπός μας απεβίωσε εξαιτίας της COVID-19 ή εξαιτίας άλλης νόσου έχοντας ταυτόχρονα COVID-19», καταλήγουν.