Το Υπουργείο εξάλλου έπρεπε να έχει αντιληφθεί ότι με τους κανόνες που έχει θέσει δεν επιτρέπει να ληφθεί μέριμνα για τη διδακτική κάλυψη των φοιτητών που τίθενται σε καραντίνα, αναφέρει η ΚΙΠΑΝ.
H ανακοίνωση
Πριν ακόμη τα μαθήματα του εξαμήνου ξεκινήσουν να διεξάγονται με φυσική παρουσία και, κατά την απαίτηση των υπουργικών αποφάσεων, «αποκλειστικά δια ζώσης με τη μέγιστη πληρότητα», είχαμε επισημάνει ότι η επιβολή αυτού του κανόνα ως γενικού και απόλυτου είναι προβληματική [1] και δεν συμβαδίζει με τις απαιτήσεις υγειονομικής ασφάλειας στις συνθήκες πανδημίας. Για το λόγο αυτό είχαμε ζητήσει να δοθεί η δυνατότητα ευελιξίας στην οργάνωση και διεξαγωγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Όπως οφείλει να γνωρίζει το Υπουργείο, η απαίτηση για «αποκλειστικά δια ζώσης» διδασκαλία και μάλιστα «με τη μέγιστη πληρότητα» είναι ανεδαφική καθώς η χωρητικότητα των αιθουσών σε πολλά μαθήματα δεν επαρκεί, λόγω του υπερβολικού αριθμού φοιτητών σε σχέση με τις ελλιπείς υποδομές. Παράλληλα, είναι συχνά πλημμελής ή ανεφάρμοστη η τήρηση των προβλεπόμενων μέτρων υγειονομικής ασφάλειας (αερισμός, καθαρισμός, τήρηση αποστάσεων, έλεγχος πρόσβασης).
Το Υπουργείο εξάλλου έπρεπε να έχει αντιληφθεί ότι με τους κανόνες που έχει θέσει δεν επιτρέπει να ληφθεί μέριμνα για τη διδακτική κάλυψη των φοιτητών που τίθενται σε καραντίνα. Ούτε υπολογίζει εκείνους που δεν αποδέχονται το ρίσκο της φυσικής παρουσίας επειδή οι ίδιοι ή οι οικείοι τους είναι πρόσωπα ευάλωτα, ακόμη και αφού έχουν εμβολιαστεί, αφού ο εμβολιασμός παρέχει στατιστικά μεγαλύτερη προστασία αλλά όχι ατρωσία.
Αντίστοιχα δεν υπάρχει πρόβλεψη για την περίπτωση διδασκόντων σε καραντίνα, ενώ οφείλει επίσης να γνωρίζει ότι για τους πανεπιστημιακούς καθηγητές, που έχουν συγκεκριμένες ειδικότητες και γνωστικά αντικείμενα, δεν είναι δυνατή η αναπλήρωση των διδακτικών ωρών τους από τον συνάδελφο του διπλανού γραφείου.
Επιπλέον, είναι γνωστό σε όσους έχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα ότι η εκπαιδευτική διαδικασία είναι πολύπλευρη, και δεν εξαντλείται σε μια σειρά διαλέξεων στην αίθουσα και μια τελική γραπτή εξέταση.
Στον ενάμιση μήνα από την αρχή των μαθημάτων, σε συνθήκες που καθιστούν πολλές πανεπιστημιακές αίθουσες εστίες μετάδοσης, και με την πανδημία σε έξαρση, οι διδάσκοντες αξιοποιούν την εμπειρία του προηγούμενου έτους και προσπαθούν με φιλοτιμία να καλύψουν τα κενά του άκαμπτου πλαισίου που έχει επιβληθεί στο κατ’ εξοχήν ακαδημαϊκό καθήκον τους, τη διδασκαλία.
Το Υπουργείο όμως, αντί να επιτρέψει «εναλλακτικές επιλογές και προσαρμογή των μέτρων εκεί όπου δεν είναι εκ των πραγμάτων εφικτή η εφαρμογή τους», όπως έχουμε ζητήσει εμείς και η ΠΟΣΔΕΠ [2], παραβλέπει όλα τα παραπάνω ζητήματα, επιλέγοντας να προβάλλει ένα success story της διαχείρισης της πανδημίας και μια εικόνα κανονικότητας εις βάρος της εκπαίδευσης και της δοκιμαζόμενης δημόσιας υγείας.
Και επανέρχεται με εγκύκλιο (147241/Ζ1/16-11-2021) όχι για να αντιμετωπίσει τα παραπάνω προφανώς ανύπαρκτα στον κόσμο του ζητήματα, αλλά για να απειλήσει με απώλεια εξαμήνου ή διοικητικά μέτρα σε περιπτώσεις «παρέκκλισης». Τούτο μάλιστα το κάνει ενώ η λειτουργία υβριδικού συστήματος είναι στις συνθήκες πανδημίας διεθνής πρακτική στα πανεπιστήμια, και όταν η ασύγχρονη εκπαίδευση υπήρχε και προ πανδημίας. Μήπως πιστεύει ότι έτσι αντιμετωπίζονται τα ανωτέρω προβλήματα, ή βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου;
Καλούμε το Υπουργείο να μην επικαλείται περιστασιακά το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ, να προσγειωθεί στην πραγματικότητα και να επανεξετάσει τους όρους διεξαγωγής της εκπαιδευτικής διαδικασίας.