Βάσεις 2021: Ανακοίνωση έβγαλε το Τμήμα Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την ολοκλήρωση των εξετάσεων και την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής.
Η ανακοίνωση
Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εισαγωγής στα Δημόσια Ανώτατα Ιδρύματα ολοκληρώνεται με τον πιο δραματικό τρόπο μια δύσκολη σχολική και ακαδημαϊκή χρονιά. Συγχαίρουμε όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες που σε πρωτοφανείς συνθήκες πανδημίας και κάτω από δύσκολες σχολικές, κοινωνικές, οικονομικές και μορφωτικές συνθήκες αγωνίστηκαν για την κατάκτηση της γνώσης κυνηγώντας το όνειρό τους. Συγχαίρουμε για τον αγώνας τους τους χιλιάδες μαθητές και μαθήτριες που αγωνίστηκαν και μόχθησαν αλλά η ανάλγητη κυβερνητική εκπαιδευτική πολιτική της Ν.Δ. τους στέρησε το δικαίωμα στο όνειρο. Ας θυμούνται ότι «ότι δε μας σκοτώνει, μας κάνει πιο δυνατούς» και ότι στην συνέχιση του αγώνα τους θα μας βρουν αρωγούς.
Πάνω από 20.000 κενές θέσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, περισσότεροι από 28.000 υποψήφιοι αποκλείστηκαν από την υποβολή μηχανογραφικού. Αυτό είναι το αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμα του νέου συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που νομοθέτησε η Ν.Δ..
Δεν πρόκειται για μια δυσμενή στατιστική αποτύπωση. Αποτελεί το αντικοινωνικό αποτύπωμα της νεοφιλελεύθερης αντίληψης και πρακτικής της κυβέρνησης στον χώρο της Παιδείας. Χιλιάδες νέοι και νέες ζουν την ακύρωση του δικαιώματος στη μόρφωση θύματα ενός ανορθολογικού και ανάλγητου συστήματος με βάση κυμαινόμενων βάσεων επιδόσεων. Όπως είχαμε επισημάνει κατά τη κατάθεση του σχετικού νομοσχεδίου το νέο σύστημα εισαγωγής «…οργανώνει τον αποκλεισμό από την Δημόσια Ανώτατη Εκπαίδευση και την εξώθηση στην εμπορευματοποιημένη προσφορά υπηρεσιών “εκπαίδευσης” από τα ιδιωτικά κολλέγια. Εκεί που δεν υπάρχει καμιά βάση εισαγωγής παρά μόνο η υποχρέωση καταβολής διδάκτρων.» Προς επιβεβαίωση της κριτικής μας ο ίδιος ο πρωθυπουργός αποδεικνύει σε δεκάδες χιλιάδες νέους και νέες πως μια αποτελεσματική ετήσια επίδοση που υπερβαίνει την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής είναι αυτή των 75.000 $.
Με βάση τα στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας, στις κατηγορίες υποψηφίων όπου είχε εφαρμογή η ΕΒΕ:
Στην κατηγορία υποψηφίων του 90% αποφοίτων ΓΕΛ και ΕΠΑΛ, συνολικά διαμορφώνονται 19.168 κενές θέσεις σε τριτοβάθμια ιδρύματα.
Ειδικότερη ένδειξη της ταξικής σκληρότητας των νεοφιλελεύθερων «αρίστων» είναι ο πρακτικός εξοστρακισμός των υποψηφίων των εσπερινών ΓΕΛ όπου από τις 776 διατιθέμενες θέσεις σε ΑΕΙ καλύπτονται μόνο οι 83 (κάλυψη θέσεων μόλις 11% !!)
Από τους συνολικά 40.229 αποτυχόντες 28.239 υποψήφιοι, δηλαδή 7 στους 10, απέτυχαν απλώς και μόνο διότι τους αφαιρέθηκε η δυνατότητα να υποβάλουν μηχανογραφικό με βάση τις τεχνητά διαμορφωθείσες ΕΒΕ.
Τελικά από τους 103.468 υποψηφίους όλων των κατηγοριών, πέτυχαν οι 63.239 (ποσοστό 61, 12 %) ενώ το 2020, από τους 105.420 υποψηφίους πέτυχαν οι 81.413 (ποσοστό 77,23 %).
Κι όμως η Υπουργός θριαμβολογεί για τον «απεγκλωβισμό των νέων από τα πανεπιστήμια» !!, προδικάζοντας αυθαίρετα μια ανεπιτυχή πανεπιστημιακή διαδρομή χιλιάδων νέων.
Οι νεοφιλελεύθεροι «άριστοι» πέτυχαν και κάτι ακόμα αδιανόητο. Με τις ΕΒΕ ανά τμήμα εγκαινίασαν ένα ακατανόητο χρηματιστήριο βαθμολογικών επιδόσεων και περικοπής θέσεων φοιτητών.
168 πανεπιστημιακά τμήματα καταμετρούν άδεια έδρανα πρωτοετών φοιτητών και φοιτητριών.
21 από τα 24 ΑΕΙ πλήττονται με μείωση των φοιτητών τους. Ακόμα και ιστορικά Πανεπιστήμια του κέντρου γνωρίζουν απώλειες φοιτητών: το ΕΚΠΑ, το ΕΜΠ, το Γεωπονικό, το ΑΠΘ…
Ολόκληρες επιστημονικές περιοχές υποτιμώνται ως αποτέλεσμα των αριθμητικών μαγγανειών της ΕΒΕ. Το αποτέλεσμα αυτό είναι η συντομογραφία της διαβόητης «σύνδεσης με την αγορά»…Πως αλλιώς μπορεί να αξιολογηθούν τα χιλιάδες κενά πανεπιστημιακά έδρανα στη Γεωπονία, τη Δασολογία, τα Μαθηματικά και τη φυσική, τη φιλοσοφία, την φιλολογία και την Ιστορία, την Αρχιτεκτονική και τη τοπογραφία; Ποια επιστημονική, κοινωνική η αναπτυξιακή σκοπιμότητα οδηγεί σε μαρασμό επιστήμες και σχολές;
Εγκαινιάζεται η λειτουργία ενός ιδιότυπου χρηματιστηρίου αξιών – βάσεων εισαγωγής για την φοίτηση στο ίδιο επιστημονικό πεδίο, με την εθελούσια αποδοχή της κατηγοριοποίησης Πανεπιστημίων, τον διαγκωνισμό τμημάτων και ΑΕΙ στην ετήσια διαμόρφωση συντελεστών βάσεων εν ονόματι της διατήρησης τους στον ακαδημαϊκό χάρτη. Αποδεικνύεται πως η αποδοχή ενός τέτοιου ρόλου από τα Πανεπιστήμια, τα οδηγεί είτε στον αυτοχειριασμό τους είτε σε έναν αντιακαδημαϊκό και αντικοινωνικό ανταγωνισμό επιβίωσης.
Παρά το πρωτοφανές μέγεθος των συνεπειών των κυβερνητικών επιλογών για χιλιάδες νέους και νέες, για το σύνολο σχεδόν των ΑΕΙ ο συντηρητικός πολιτικός κόσμος, τα συστημικά μέσα ενημέρωσης επιλέγουν η τη σιωπή η χειρότερα ακόμα τις αριθμητικές αλχημείες. Ελάχιστοι επιλέγουν, όπως η κ. Κεραμέως, να εκφωνήσουν τον αντιδραστικό λόγο υπέρ των αποκλεισμών και των διακρίσεων.
Αυτή η πρωτοφανής βαρβαρότητα σε βάρος της νεολαίας, των μορφωτικών δικαιωμάτων τους, η σκοτεινή εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος απαξίωσης των Πανεπιστημίων δεν μπορεί να καταγραφεί απλά στο βιβλίο συμβάντων μιας κυβέρνησης που εχθρεύεται οτιδήποτε κοινωνικό και δημόσιο. Πρέπει τώρα να ανατραπεί η κατάσταση των χιλιάδων αποκλεισμένων νέων από τα πανεπιστημιακά έδρανα.
Απαιτείται η Πανεπιστημιακή κοινότητα να επανεξετάσει τη θέση της έναντι του νέου συστήματος εισαγωγής, να διευρύνει τη κοινωνική οπτική των αποφάσεων της. Δεν μπορεί η κοινότητα των ΑΕΙ να αποδεχτεί το ρόλο του συνεργού, ειδικά όταν η Ευρώπη αναγνωρίζει ως στόχο το 45% των νέων να αποκτήσουν πανεπιστημιακή μόρφωση έως το 2030..
Ένα Δημοκρατικό Μέτωπο για τη Παιδεία και τα δικαιώματα των νέων μπορεί να δώσει τόπο και φωνή στους χιλιάδες αποκλεισμένους από τα ΑΕΙ, στους χιλιάδες υποψήφιους της επόμενης χρονιάς. Συνδικάτα, συλλογικότητες, κόμματα και πολιτικές κινήσεις έχουν δοκιμάσει με αποτελεσματικότητα αυτόν τον δρόμο.
Κοινή απαίτηση: Καμιά κενή θέση στα ΑΕΙ. Κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής τώρα.
Στη κατεύθυνση αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ θα αναλάβει την ευθύνη να συμβάλλει αποφασιστικά και μαχητικά στην ακύρωση των αποτελεσμάτων της ΕΒΕ, τόσο στο πεδίο των κοινωνικών κινημάτων όσο και στο θεσμικό πεδίο του κοινοβουλίου.
Σταθερή είναι προσήλωση μας σε θεσμικές και νομοθετικές εγγυήσεις ώστε να μπορούν να σπουδάζουν όσες και όσοι θέλουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στα Πανεπιστήμια. Η υποχρέωση της Πολιτείας είναι να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ουσιαστική μόρφωση με τον αναγκαίο αριθμό καθηγητών και την αντίστοιχη απροϋπόθετη χρηματοδότηση.