Αναμφίβολα, η κοινωνιολογία αποτελεί μία από τις πιο πολυσυζητημένες επιστήμες στην χώρα μας. Κάνει όντως η κοινωνιολογία τα παιδιά μας αριστερά; Είναι όλοι οι κοινωνιολόγοι μαρξιστές και κομμουνιστές; Αυτά είναι μερικά από τα ψευδοερωτήματα τα οποία έχουν τεθεί στο τραπέζι της κυβέρνησης, ενώ αρκετοί είναι και εκείνοι που ενστερνίζονται αυτές τις απόψεις και πραγματικά θεωρούν τον εξοβελισμό των κοινωνικών επιστημών από τα σχολεία ως κάτι θετικό.
Τι μελετά όμως αυτή η τόσο αμφιλεγόμενη επιστήμη; H κοινωνιολογία λοιπόν ως επιστήμη μελετά την κοινωνία, την οργάνωσή της και τις συμπεριφορές των ατόμων και των κοινωνικών ομάδων σε σχέση με διάφορους κοινωνικούς παράγοντες. Διαφωτίζει τα κοινωνικά φαινόμενα, συμβάλλει στην απελευθέρωση των ατόμων από την μοιρολατρία, ενώ τα ερευνητικά της πορίσματα έχουν όχι μόνο πρακτικές εφαρμογές στην καθημερινότητα αλλά χρησιμοποιούνται και από άλλες επιστήμες. Γίνεται λόγος λοιπόν για μία επιστήμη η οποία δίνει φως στα κοινωνικά ζητήματα, για ένα μάθημα το οποίο καλλιεργεί στα παιδιά την κοινωνική σκέψη.
Επομένως, μήπως πρέπει να αντιστρέψουμε το νόμισμα και να περάσουμε σε άλλου περιεχομένου ερωτήσεις; Δημιουργεί η κοινωνιολογία ελεύθερα και σκεπτόμενα όντα; Καλλιεργεί στα παιδιά την κριτική σκέψη, κοινωνικές και ηθικές αξίες όπως η ισότητα, η ελευθερία και η αλληλεγγύη; Δημιουργεί ανθρώπους απαλλαγμένους από κοινωνικά και ρατσιστικά στερεότυπα και προκαταλήψεις; ‘Ίσως αυτές οι απαντήσεις να φοβίζουν την κυβέρνηση και για αυτό η κοινωνιολογία πρόκειται να εξαφανιστεί δια παντός από την εκπαίδευση. Γίνεται αντιληπτό πως αν γίνει κάτι τέτοιο, όχι θα μειώσει την σημασία της Κοινωνιολογίας, η οποία είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη στην Ελλάδα, αλλά θα δημιουργήσει και ένα εντελώς τεχνοκρατικό, στεγνό εκπαιδευτικό σύστημα.
Ειδικά σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε, οποιοδήποτε εργαλείο κατανόησης και ερμηνείας της πραγματικότητας είναι κάτι περισσότερο από χρήσιμο. Η ύπαρξη της Κοινωνιολογίας ως εργαλείο για κάθε μαθητή/τρια, όσον αφορά τον τομέα της εκπαίδευσης (και όχι μόνο), αποτελεί θα λέγαμε ένα είδος επιτακτικής ανάγκης. Ο εξοβελισμός των Κοινωνικών Επιστημών που με τόση προσπάθεια και μένος επιχειρείται, είναι άραγε αποτέλεσμα άγνοιας και υποτίμησης της χρησιμότητάς τους ή μήπως ανάγεται σε κάποιου είδους πολιτική σκοπιμότητα;
Οι χειρισμοί της κυβέρνησης δεν μπορούν παρά να μας εγείρουν ένα πλήθος ερωτημάτων, καθώς είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως δεν αναγνωρίζεται η ανάγκη ύπαρξης των Κοινωνικών Επιστημών σε κάθε εποχή, πόσο μάλλον σ’ αυτήν την κρίσιμη περίοδο που διανύουμε. Ίσως όμως η απάντηση που ψάχνουμε να βρίσκεται στον χαρακτηρισμό των Κοινωνικών Επιστημών ως “επικίνδυνες”. Η αναφορά αυτή αναπόφευκτα μας γεννά το ερώτημα “επικίνδυνες για ποιον;” Για τους μαθητές που τις διδάσκονται ή μήπως για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων; Οποιοσδήποτε έχει ασχοληθεί έστω και στο ελάχιστο με τις Κοινωνικές Επιστήμες είναι σε θέση να γνωρίζει πως σκοπός της Κοινωνιολογίας και των Κοινωνικών Επιστημών γενικότερα, είναι να βοηθήσουν το άτομο να αναπτύξει την κριτική σκέψη που τόσο έχει ανάγκη. Άραγε, η ανάπτυξη κριτικής σκέψης είναι επικίνδυνη και αν ναι για ποιους και για ποιον λόγο;
Ως φοιτητές του τμήματος Κοινωνιολογίας θα ήταν ίσως ακόμα και περιττό να εκφράσουμε την αυτονόητη αδικία που συντελείται εις βάρος μας, μέσω των κυβερνητικών αποφάσεων, καθώς ο κλάδος μας όχι μόνο υποτιμάται, αλλά αντιμετωπίζεται ως ένας ακόμα “εχθρός”. Αυτή τη φορά όχι “αόρατος”, αλλά με πολλά πρόσωπα, τα πρόσωπα φοιτητών και αποφοίτων, οι οποίοι ξεκίνησαν να φοιτούν στο τμήμα γεμάτοι όνειρα, πήραν μέρος σε διαφόρων ειδών προγράμματα, όπως παραδείγματος χάριν στο πρόγραμμα διδακτικής επάρκειας με σκοπό να εργαστούν στην εκπαίδευση, αγωνίστηκαν, κατέβαλλαν προσπάθειες, προσπάθειες, οι οποίες δεν έχουν καμία απολύτως σημασία απ’ ότι φαίνεται για όσους κρατούν το μέλλον των ατόμων αυτών στα χέρια τους, γεγονός που αποδεικνύεται απ’ την απουσία οποιασδήποτε αιτιολόγησης αναφορικά με τις αποφάσεις αυτές που λήφθηκαν μονομερώς.
Επιλέγοντας, στην καλύτερη των περιπτώσεων λόγω εγκληματικής άγνοιας και στη χειρότερη εντελώς συνειδητά, να εξαφανίσουν μαζί με τον κλάδο και την παραμικρή ελπίδα για το μέλλον των παιδιών, όχι μόνο όσων σχετίζονται με τις Κοινωνικές Επιστήμες, αλλά και όσων κινδυνεύουν να μην τις διδαχτούν ποτέ. Μήπως ήρθε η στιγμή να προβληματιστούμε; Να δημιουργηθούν στον καθένα από εμάς κάποια ερωτήματα; Να ενεργοποιήσουμε την κριτική μας σκέψη που με τόση προσπάθεια επιχειρούν να εξαλείψουν και να δράσουμε με γνώμονα αυτήν;
Επομένως, όταν βάλλονται οι Κοινωνικές Επιστήμες βάλλεται το μέλλον της ίδιας της κοινωνίας. Το διακύβευμα λοιπόν είναι τι παιδεία θέλουμε και τι πολίτες θέλουμε να φτιάξουμε: ενεργούς να ασκούν κριτική προσπαθώντας να αποφύγουν την βαρβαρότητα της εποχής ή πειθήνια όντα; Ειδικά σήμερα που οι νέοι βομβαρδίζονται με πληροφορίες αφιλτράριστες η συμβολή των Κοινωνικών Επιστημών είναι άκρως απαραίτητη στο να μάθουν οι νέοι να μάθουν να συνθέτουν τις γνώσεις τους, να καταλάβουν γιατί συνδέονται και πώς αλληλοεπηρεάζονται τα διάφορα φαινόμενα της κοινωνικής πραγματικότητας.
Άρα οι Κοινωνικές Επιστήμες θα έπρεπε να είναι σε προτεραιότητα όπως συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Επιπλέον θα πρέπει να υπάρξει μία συναινετική εθνική εκπαιδευτική πολιτική από όλα τα κόμματα που θα κατατάσσει αυτά τα μαθήματα που ανοίγουν την σκέψη και την συλλογικότητα άκρως απαραίτητα και να τα προωθεί σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Οι Κοινωνικές Επιστήμες, λειτουργώντας ως φίλτρο και έχοντας ως αποστολή την διαφώτιση με ορθολογικότητα, ψυχραιμία και προστασία και όχι την χειραγώγηση, αποτελούν συστατικό στοιχείο της αυτογνωσίας του λαού μας και αν τις διαφυλάξουμε θα διαμορφώσουμε και καλύτερους πολίτες!
Απόφοιτοι του Τμήματος Κοινωνιολογίας Κρήτης
και του Προγράμματος διδακτικής επάρκειας