Έρευνα και κορονοϊός: Η πανδημία του κορονοϊού και ο συνωστισμός στα λεωφορεία φέρνουν πιο κοντά στη ζωή μας τα ιπτάμενα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό. Τι μπορεί να σκέφτεται κανείς, όταν διαβάζει κάτι τέτοιο, όντας κλεισμένος σε κάποιο διαμέρισμα, απορροφημένος από την γκρίζα καθημερινότητα των ανθρώπινων απωλειών και περιορισμών; Ίσως τη στιγμή που δεν θα χρειάζεται να στείλει sms, για να μετακινηθεί με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο.
Για τον καθηγητή Ψηφιακών Τηλεπικοινωνιακών Συστημάτων του ΑΠΘ, Γιώργο Καραγιαννίδη, τον επιστήμονα που -προ ημερών- για έκτη φορά διακρίθηκε για την παγκόσμια επιρροή που ασκεί μέσα από την έρευνά του στους συναδέλφους του, η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι παγκόσμιες κρίσεις του μεγέθους αυτής που έχει προκαλέσει ο SARS-CoV-2 «δημιουργούν νέες ευκαιρίες για την επιστήμη και την οικονομία, οδηγώντας -ιδιαίτερα την πρώτη- σε δρόμους που δεν ήταν ορατοί πριν από την κρίση».
Σε μία συζήτηση για την έρευνα ως προωθητική δύναμη, όταν οι άνθρωποι αισθάνονται πως η ζωή τους έχει …κολλήσει μέσα στα λάσπη, ο κ. Καραγιαννίδης μιλά στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για το μέλλον που αναδύεται μέσα από την υγειονομική κρίση, ένα μέλλον που δεν παραπέμπει σε ταινία επιστημονικής φαντασίας, αλλά συμβαίνει τώρα!
Άλλωστε, η τεχνολογία πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών των μελλοντικών τρόπων μετακίνησης ανήκει στο επιστημονικό του πεδίο και, όπως εξηγεί, «ο προβληματισμός και επιφύλαξη των ανθρώπων για τη χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς, εξαιτίας του μεγαλύτερου κινδύνου διάδοσης ιογενών παθήσεων, είχε σαν αποτέλεσμα, μέσα σε λίγους μήνες να υπάρχει μια τεράστια ανάπτυξη στην έρευνα για τα αυτόνομα οχήματα, δηλαδή τα οχήματα χωρίς οδηγό», ενώ «στα αυτόνομα οχήματα περιλαμβάνονται και τα ιπτάμενα αυτοκίνητα, τα λεγόμενα flying cars, στα οποία η ερευνητική πρόοδος αυτούς τους μήνες είναι εντυπωσιακή».
«Τι κέρδισε η έρευνα στη μάχη με τον SARS-CoV-2»
Η υγειονομική κρίση άλλαξε προσωρινά τα δεδομένα στη ζωή των ανθρώπων, μεταβάλλοντας δραματικά από την αρχή του 2020 την εργασία, την εκπαίδευση, την έρευνα και την ψυχαγωγία. Όμως, κάποιες προσωρινές λύσεις δρομολόγησαν μονιμότερες αλλαγές…
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα; Όσο κι αν γονείς και παιδιά αδημονούν για τη στιγμή που δε θα βρίσκονται ο καθένας μπροστά από μία οθόνη, με το διαρκές άγχος παρείσφρησης της κάμερας ή του μικροφώνου σε οικογενειακές στιγμές, ιδιαίτερα η τηλεργασία αλλά και η τηλεκπαίδευση, ήλθαν για να παραμείνουν σε ένα ποσοστό και μετά το τέλος της πανδημίας.
Η νέα αυτή πραγματικότητα, όπως αναφέρει ο κ. Καραγιαννίδης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζαμε ως τώρα τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, αφού οι απαιτήσεις για χωρητικότητα μεταφέρονται πλέον από την επιχείρηση και το σχολείο- πανεπιστήμιο στο σπίτι» και «η αλλαγή αυτή αφορά κυρίως τα σταθερά, αλλά και το ασύρματα δίκτυα».
Είναι, εξάλλου, γεγονός ότι για την ανάπτυξη φαρμάκων και του εμβολίου για τον κορονοϊό χρηματοδοτήθηκαν από οργανισμούς και κυβερνήσεις χωρών ερευνητικά προγράμματα, με ασύλληπτα ποσά. Το γεγονός αυτό δημιουργεί εύλογη απορία αν …έμειναν χρήματα για να υποστηριχθούν και άλλα ερευνητικά πεδία. Ο καθηγητής του ΑΠΘ παρατηρεί ότι «δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αν ληφθεί υπόψη η κρισιμότητα της κατάστασης και οι επιπτώσεις σε κοινωνία και οικονομία», επισημαίνοντας και το γεγονός ότι «μέσα σε λίγους μήνες η έρευνα για το εμβόλιο έκανε άλματα ετών και δημιούργησε τεχνογνωσία, που είμαι βέβαιος ότι θα επιτρέψει στο σύντομο μέλλον την αντιμετώπιση και άλλων παθήσεων».
Τι ανέδειξε συνολικά η έρευνα την περίοδο της πανδημίας; «Την ανάγκη για διεπιστημονική προσέγγιση και συνεργασία μεταξύ των επιστημονικών πεδίων της Ιατρικής, της Βιολογίας και της Πληροφορικής. Χωρίς τη συνεργασία αυτή δεν θα ήταν δυνατή σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η γνώση της συμπεριφοράς του ιού, η στενή παρακολούθηση της πανδημίας και η λήψη μέτρων, αλλά κυρίως η δημιουργία των εμβολίων», απαντά ο κ. Καραγιαννίδης.
«Το LiFi έρχεται μέσα από το εργαστήριο του ΑΠΘ»
Τι συμβαίνει, όμως, στα ελληνικά εργαστήρια και για ποια ερευνητικά της επιτεύγματα η επιστημονική ομάδα του καθ. Καραγιαννίδη «Wireless Communications and Information Processing (WCIP) Group» αναγνωρίζεται ως μία από τις κορυφαίες στην Ευρώπη στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών και της Πληροφορικής;
Ο καθηγητής μιλά για τους δύο ερευνητικούς τομείς στους οποίους δραστηριοποιείται η ερευνητική του ομάδα και οι οποίοι προβλέπεται ότι θα έχουν σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις. «Ο πρώτος αφορά τα δκτυα 5G και μετά το 5G, όπου η έρευνα που κάνουμε αφορά την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών και τη βελτίωση της επίδοσης και της ενεργητικής αποδοτικότητας τερματικών συσκευών, όπως τα smartphones, τα tablets και οι αισθητήρες. Για παράδειγμα, είμαστε από τους πρώτους στον κόσμο που ασχοληθήκαμε ερευνητικά με τη χρήση του φωτισμού εσωτερικών χώρων στην ανάπτυξη ασύρματων δικτύων επικοινωνίας, όπως το WiFi. Τα συστήματα αυτά ονομάζονται LiFi και πρόκειται να τα δούμε να λειτουργούν σύντομα, ίσως και μέσα στο 2021», εξηγεί.
«Ο δεύτερος τομέας αφορά την επεξεργασία σήματος για βιοϊατρικές εφαρμογές. Εδώ θα σας αναφέρω τη συμβολή μας στην ανάπτυξη της επόμενης γενιάς Κοχλιακών Εμφυτευμάτων, για ανθρώπους με πολύ σοβαρό πρόβλημα ακοής. Το 2018, η ομάδα μου δημοσίευσε την ιδέα για τη χρησιμοποίηση φωτός αντί ραδιοσυχνοτήτων για την επικοινωνία του εξωτερικού με το εσωτερικό τμήμα του εμφυτεύματος, ενώ τον Ιούνιο 2020 παρουσιάσαμε το πρώτο αποκλειστικά οπτικό (all optical) κοχλιακό εμφύτευμα. Τα μεγάλα πλεονεκτήματα αυτού του εμφυτεύματος είναι η ελαχιστοποίηση του κινδύνου πρόκλησης βλάβης στο ακουστικό νεύρο και η χαμηλότερη κατανάλωση ενέργειας, η οποία επιτρέπει μεγαλύτερο χρόνο ζωής στο εμφύτευμα», προσθέτει.
«Η Ελλάδα και το ΑΠΘ ψηλά»
Η είδηση ότι έχοντας στο όνομά του 560 δημοσιεύσεις και 12.136 ετεροαναφορές συμπεριλήφθηκε για έκτη συνεχή χρονιά στον κατάλογο του διεθνούς οργανισμού Clarivate Analytics (πρώην Thomson Reuters) «Highly Cited Researchers», ο οποίος αφορά τους επιστήμονες με τη μεγαλύτερη ερευνητική επιρροή παγκοσμίως, δεν προκάλεσε έκπληξη στους συναδέλφους του στο ΑΠΘ και σε όσους διεθνώς γνωρίζουν και παρακολουθούν το ερευνητικό του έργο. Ο ίδιος, όμως, προτιμά να μιλά για «αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας της ερευνητικής μου ομάδας τα τελευταία 15 χρόνια», υπογραμμίζοντας τη σημασία του ότι «η έρευνα στην οποία αναφέρονται οι διακρίσεις πραγματοποιήθηκε εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα και ειδικότερα στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΑΠΘ», ενώ «για το ΑΠΘ τέτοιες διακρίσεις βοηθούν σημαντικά στη βελτίωση της θέσης του στις διεθνείς κατατάξεις των πανεπιστημίων».
Πώς αισθάνεται, όμως, ένας καθηγητής που τού αναγνωρίζεται κάθε χρόνο πως ασκεί παγκόσμια ερευνητική επιρροή;
«Είναι μεγάλη η ικανοποίηση που αισθάνομαι ως επιστήμονας- ερευνητής, όταν βλέπω ότι το έργο μου χρησιμοποιείται από άλλους επιστήμονες σε παγκόσμιο επίπεδο. Δηλαδή ότι έχω συμβάλει έστω και ελάχιστα στην πρόοδο της επιστήμης και συγκεκριμένα του τεχνολογικού πεδίου των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής, το οποίο υπηρετώ. Αυτή η ικανοποίηση δεν μπορεί να αντικατασταθεί με υλική ανταμοιβή. Μπορεί στους καιρούς που ζούμε αυτό που λέω να σας προκαλεί έκπληξη αλλά για μένα είναι στάση ζωής και όσοι με γνωρίζουν προσωπικά μπορούν να το επιβεβαιώσουν», απαντά.
«Τα αποτελέσματα που επηρεάζουν την έρευνα σε παγκόσμιο επίπεδο κρύβουν πολύ κόπο, μεγάλη φαντασία και ρίσκο», ομολογεί, προσθέτοντας πως η διατήρηση σε ένα τέτοιο επίπεδο για πολλά χρόνια, όταν δεν ανήκει κανείς σε ένα από τα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού, είναι κάτι που δεν συμβαίνει συχνά. «Είναι μία ιδιαίτερη δύσκολη και επίπονη διαδικασία με μεγάλο προσωπικό κόστος. Αυτό προσπαθώ να διδάξω και στους φοιτητές και συνεργάτες μου. Να εργάζονται σκληρά και με αφοσίωση, να αφήνουν ελεύθερη τη φαντασία τους, να μη φοβούνται να ρισκάρουν και να καταλάβουν ότι η απογοήτευση είναι μέρος της έρευνας, αλλά και το καύσιμο για την καινοτομία», τονίζει, εξηγώντας πως «με ενδιαφέρει πολύ η πρόοδος και η εξέλιξη των φοιτητών μου στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΑΠΘ», γιατί «εκτός από επιστήμονας είμαι και Δάσκαλος, και το δεύτερο μου δημιουργεί μεγαλύτερο αίσθημα ευθύνης».
«Η Ελλάδα στο φάσμα του 5G προς 4η βιομηχανική επανάσταση»
Μιλώντας για το μέλλον, που πανθομολογούμενα είναι ψηφιακό, αλλά και την πρόοδο που συντελέστηκε σε ό,τι αφορά τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ελλάδας κατά την περίοδο της πανδημίας, ο κ. Καραγιαννίδης παρατηρεί ότι επιταχύνθηκε η δημιουργία σε μικρό χρονικό διάστημα νέων ψηφιακών υπηρεσιών που διευκολύνουν την καθημερινότητα αλλά και δημιουργούν καλύτερες συνθήκες στην εργασία, την οικονομία και την εκπαίδευση, «για να έχει όμως συνέχεια, πρέπει η χώρα να επενδύσει σε πόρους και ανθρώπινο δυναμικό στις νέες τεχνολογίες και στις υποδομές που τις υποστηρίζουν, οι πιο σημαντικές μεταξύ των οποίων είναι η ανάπτυξη των ασύρματων δικτύων πέμπτης γενιάς 5G».
«Σήμερα, η χώρα μας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών που αναπτύσσουν τα δίκτυα 5G. Σημειώστε δε, και είμαι κατηγορηματικός σε αυτό, ότι τα δίκτυα αυτά είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της χώρας. Είμαι βέβαιος ότι η πολιτεία το έχει αντιληφθεί και θα αναλάβει όλες εκείνες τις πρωτοβουλίες για να μην είναι η χώρα μας ουραγός των εξελίξεων. Η δημοπρασία του φάσματος των δικτύων 5G, που βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση», τονίζει.
Κι αν η τεχνολογική εξέλιξη και οι επιπτώσεις της στην κοινωνία περνά μέσα από -κάποιες φορές- δυσνόητους όρους, ο καθηγητής παρατηρεί: «Οι αλλαγές στην τεχνολογία που έχουν συμβεί τα τελευταία 20 χρόνια δεν έχουν προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Εμείς ζούμε μέσα σε αυτή την ιστορική κοιτίδα, είμαστε μέρος των γεγονότων και για τον λόγο αυτό δεν μπορούμε να κατανοήσουμε το τρομακτικό μέγεθος των αλλαγών που συμβαίνουν».
Ερωτηθείς πώς η 4η βιομηχανική επανάσταση θα φέρει ανθρώπινη ευημερία απαντά: «Είμαι κι εγώ αισιόδοξος ότι αυτή η σύνδεση θα πραγματοποιηθεί. Όμως, ταυτόχρονα με προβληματίζουν οι μεγάλες προκλήσεις και τα ερωτήματα που προκύπτουν. Για παράδειγμα, πρόσφατα διάβαζα μια μελέτη στην οποία εκτιμάται ότι το 85% των θέσεων εργασίας για το 2030 δεν έχει ακόμα επινοηθεί. Πώς λοιπόν μπορεί να αναπτυχθεί σήμερα μια θεωρία για την οικονομία και την απασχόληση, αν δεν γνωρίζουμε το εργασιακό μοντέλο που θα υπάρχει σε λίγα χρόνια; […] Σήμερα υπάρχει όσο ποτέ άλλοτε η ανάγκη της διεπιστημονικής ανάπτυξης νέων θεωρητικών εργαλείων, ακόμη και μεταξύ φαινομενικά άσχετων επιστημονικών πεδίων, όπως η πληροφορική, η πολιτική επιστήμη και η φιλοσοφία, μεταξύ των οποίων έως τώρα δεν υπήρχε -ή υπήρχε ελάχιστη- επικοινωνία».