Τα που γεννήθηκαν πρόωρα, πριν την 37η εβδομάδα της κύησης, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο εισαγωγής στο νοσοκομείο για διάφορες παθήσεις κατά τη νηπιακή και παιδική ηλικία τους, σύμφωνα με μία νέα μεγάλη βρετανική επιστημονική μελέτη.

Ο πρόωρος τοκετός είναι γνωστός παράγων κινδύνου για κακή υγεία των παιδιών. Αν και ο κίνδυνος σταδιακά μειώνεται όσο μεγαλώνουν τα παιδιά, ιδίως μετά την ηλικία των δύο ετών, παρόλα αυτά -σύμφωνα με τη νέα έρευνα- παραμένει αυξημένος για να νοσηλευτούν έως τα δέκα χρόνια τους, ακόμη και για παιδιά που γεννήθηκαν ελαφρώς πρόωρα, κατά την 38η ή την 39η εβδομάδα της κύησης.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Στατιστικής Επιδημιολογίας Μαρία Κουίγκλεϊ του Τμήματος Υγείας του Πληθυσμού του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» (BMJ), ανέλυσαν στοιχεία για περισσότερα από ένα εκατομμύριο παιδιά που γεννήθηκαν σε νοσοκομεία του βρετανικού ΕΣΥ και τα οποία παρακολουθήθηκαν από τη γέννησή τους έως την ηλικία των δέκα ετών.

Σε αυτό το διάστημα, αναλύθηκε πόσες φορές κάθε παιδί χρειάστηκε να εισαχθεί σε νοσοκομείο για διάφορους λόγους. Οι τοκετοί είχαν συμβεί σε λιγότερες από 28 εβδομάδες (οι υπερβολικά πρόωροι) έως την 42η εβδομάδα της κύησης. Διαπιστώθηκε στενή συσχέτιση στον αριθμό νοσηλειών με το πόσο πρόωρος ήταν ο τοκετός.

Η συχνότητα εισαγωγής στο νοσοκομείο ήταν περίπου εξαπλάσια για τα βρέφη και νήπια που δεν είχαν συμπληρώσει καν επτά εβδομάδες κύησης, ενώ τα ίδια παιδιά στην ηλικία των επτά έως δέκα ετών είχαν τριπλάσια πιθανότητα νοσηλείας. Η κύρια αιτία εισαγωγής στο νοσοκομείο κατά τα πρώτα δύο χρόνια ζωής ήταν οι λοιμώξεις, καθώς επίσης αναπνευστικά και γαστρεντερικά προβλήματα.

ΑΠΕ-ΜΠΕ