Γνώρισα τον Δ. Φατούρο στην περίοδο της Υπουργίας του. Ήμουν στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΛΜΕ. Δεν θα σταθώ στην ουσία της πολιτικής του αλλά στον τρόπο που αντιμετώπιζε τον συνδικαλισμό και τους εκπαιδευτικούς.
Του Νίκου Τσούλια
Είχε μια πολύ όμορφη νοοτροπία να σε ακούει, να προβληματίζεται στη δική σου ιδέα. Μπορούσες να τον διακόψεις και δεν τον ενοχλούσε. Ήταν πάντα μειλίχιος, προσηνής, ευγενικός. Επιζητούσε τη συνεργασία και το εννοούσε! Έδινε στο διάλογο αξία και περιεχόμενο και προπάντων αποτέλεσμα!
Δεν γνώρισα την κ. Ν. Κεραμέως. Διαβάζω όμως καθημερινά τις προτάσεις της και την ασκούμενη πολιτική της. Ακούω και αρκετούς συναδέλφους, που έχουν θεσμικό ρόλο και την συναντούν. Έχει πάντα μια απόλυτη βεβαιότητα, ότι γνωρίζει την εκπαιδευτική πραγματικότητα σχεδόν άριστα και ότι οι πολιτικές της είναι οι μόνες ορθές. Δεν θέλει να αμφισβητούνται οι προτάσεις της. Απορρίπτει την έννοια του διαλόγου – ακόμα και με αυτούς που έχουν δημιουργικές προτάσεις για την εκπαίδευση.
Φυσικά, θα μου πείτε, άλλοι καιροί, άλλο το πολιτικό και το κοινωνικό συγκείμενο μεταξύ του 1993-1994 και του 2019-2020. Τότε είχαμε εποχές ανάπτυξης, τα οικονομικά μεγέθη της χώρας τραβούσαν την ανηφόρα, οι κοινωνικοί αγώνες γίνονταν για περισσότερες διεκδικήσεις, πολιτικά θα κυριαρχούσε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. για μια ακόμα δεκαετία, υπήρχε σχέδιο και σχετική ευφορία για την είσοδο της χώρας στην ευρωζώνη.
Τώρα, έχουμε καιρούς δυστοπίας. Πολύχρονη οικονομική κρίση, πανδημία, δεύτερο lock down, μια άγνωστη κοινωνική πραγματικότητα, πόλεις άδειες, επικράτηση της δεξιάς κυρίως χάρη στο προηγούμενο αποτυχημένο εγχείρημα του λαϊκισμού των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, και πολλές αβεβαιότητες για το μέλλον μας.
Κι όμως, θεωρώ ότι στις δυσκολίες οι άνθρωποι γίνονται πιο ταπεινοί και πιο ουσιαστικοί, πιο στοχαστικοί και πιο διαλλακτικοί. Δυστυχώς δεν συμβαίνει αυτό με την Υπουργό Παιδείας. Το αποτέλεσμα των “εκλογών – φάντασμα” για την ανάδειξη των αιρετών των εκπαιδευτικών αποτυπώνει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο την απόρριψη αυτού του αυταρχικού ύφους της εξουσίας.
Αντί η Υπουργός Παιδείας να πραγματοποιήσει διάλογο σε ένα θέμα που αφορούσε σε μεγάλο βαθμό τους εκπαιδευτικούς, επιχείρησε να εφαρμόσει πολιτική πυγμής. Ουσιαστικά με τον τρόπο που έδρασε υπονόμευσε την ίδια την πολιτική της. Ηττήθηκε και η πολιτική της και ο τρόπος άσκησής της. Είναι φανερό ότι το “εκπαιδευτικό κεφάλαιο” της ηγεσίας του ΥΠΑΙΘ εξαντλήθηκε. Δεν υπάρχει “έδαφος” για την εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης της Ν.Δ.
Γιατί, στο ευρύτερο πεδίο της εκπαίδευσης τι έχουμε; Δυστυχώς η κυβέρνηση δεν διαμόρφωσε ποτέ κανένα σχέδιο για τη σωστή διαχείριση της σχολικής ζωής αυτό το δύσκολο διάστημα. Δεν διαμόρφωσε τις αναγκαίες συνθήκες για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση (τόσο σε υλικοτεχνική υποδομή, όσο και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών), η οποία λειτουργεί κυρίως από τις δυνατότητες και την παιδαγωγική ευθύνη των ίδιων των εκπαιδευτικών. Δεν διαμόρφωσε ποτέ πολιτική αντιμετώπισης των ανισοτήτων στην εκπαίδευση, οι οποίες τώρα έχουν μεγεθυνθεί και ένα πολύ μεγάλο μέρος των μαθητών μας υποεκπαιδεύεται. Δεν διαμόρφωσε ποτέ σχέδιο για την ενίσχυση με τις αναγκαίες τεχνολογικές υποδομές (και δεξιότητες) ιδιαίτερα των μαθητών που οι οικογένειές τους υστερούν οικονομικά.
Οι καιροί απαιτούν λύσεις με περιεχόμενο δημοκρατικό και κοινωνικό, με όραμα για το αύριο, με ενσυναίσθηση του αξιακού φορτίου της εκπαίδευσης. Απαιτούν μια θεώρηση αλλαγής με δημοκρατικότητα και κοινωνική δικαιοσύνη.
Υ.Γ.
Το άρθρο αφιερώνεται στη μνήμη του Δημήτρη Φατούρου