Οι όροι έναρξης της νέας σχολικής και ακαδημαϊκής χρονιάς έχουν ήδη το πρόσημο των αντιφάσεων και ελλειμμάτων της κυβερνητικής διαχείρισης της κρίσης, υγειονομικής, εργασιακής και οικονομικής. Η έναρξη καθ’ αυτή είναι ακόμα χρονικά ασαφής. Το πώς θα εφαρμοσθούν οι όροι έναρξης είναι σαφές πως απέχει από τις στοιχειώδεις απαιτήσεις μιας συνεκτικής πολιτικής προστασίας της δημόσιας υγείας στην Εκπαίδευση και τη Κοινωνία.
Στη νεοφιλελεύθερη κυβερνητική αντίληψη, οι έννοιες της καθολικότητας των δικαιωμάτων, του δημοκρατικού σχεδιασμού των δημόσιων πολιτικών, της δημόσιας ευθύνης που εγγυώνται οι κρατικοί θεσμοί και υποστηρίζουν την ευθύνη του πολίτη είναι άγνωστες. Έτσι εξηγείται η θερινή ραστώνη όσων εξαντλούν τη δραστηριότητά τους στο να ακούν τους «ειδικούς» επενδύοντας πολιτικά στο success story, έτσι εξηγείται η απουσία οποιουδήποτε μέτρου ενίσχυσης των λειτουργιών, υποδομών και δικτύων που συνιστούν το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία, έγκαιρα και με υπευθυνότητα, διατύπωσε προτάσεις για την προετοιμασία των εκπαιδευτικών δομών έναντι των υγειονομικών προκλήσεων της πανδημίας. Η πανδημία συνιστά μια πραγματικότητα που δεν πρέπει να την αφήσουμε να απειλήσει τη δημόσια υγεία, την οικονομία, τις κοινωνικές μας σχέσεις, τη δημοκρατία. Ο ΣΥΡΙΖΑ με επιμονή παρότρυνε στην αξιοποίηση του καλοκαιριού για να προετοιμαστούν κατάλληλα σχολεία και πανεπιστήμια έτοιμα τον Σεπτέμβρη. Τα συνδικάτα των εργαζομένων στην εκπαίδευση, με την ευθύνη που οφείλει να διακρίνει τους εκπαιδευτικούς, προειδοποιούσαν για τις ελλείψεις, πρότειναν λύσεις.
Το ΥΠΑΙΘ όμως είχε άλλες προτεραιότητες. Τη νομοθέτηση του αναχρονισμού, του αυταρχισμού και της πειθάρχησης, της αλλοτρίωσης της Δημόσιας Παιδείας, της απελευθέρωσης της επιχειρηματικής ιδιοτέλειας και της εμπορευματοποίησης στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Στις κοινοβουλευτικές επιτροπές που συνεδρίασαν την Τρίτη 25.08, τη σύγκληση των οποίων επίμονα ζητούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, αναδείχτηκε η ανεπάρκεια του όποιου σχεδιασμού του ΥΠΑΙΘ, τα όρια της νεοφιλελεύθερης σκέψης και πρακτικής όταν αντιμετωπίζει προβλήματα κοινωνικής φύσης. Μόνο έτσι δικαιολογείται η κατασκευή ιδιότυπων standards για τις εκπαιδευτικές δομές, η επίκληση ασυνάρτητων μέσων όρων και σεναρίων δημοσιονομικού τρόμου, που απαξιώνουν κάθε έννοια ορθού λόγου και πολιτικής υπευθυνότητας.
Αφού η κυβέρνηση αποδεικνύεται ανεπαρκής στην αντιμετώπιση των κινδύνων της ανακάμπτουσας πανδημίας, ο κόσμος της εργασίας και της γνώσης καλείται να υπερασπισθεί τόσο την Δημόσια Υγεία όσο και τη καθολικότητα του μορφωτικού αγαθού, τη Δημόσια Παιδεία.
Με δημοκρατικούς, συλλογικούς όρους απαιτείται η συγκρότηση ενός ενεργού κινήματος σε κάθε σχολική και πανεπιστημιακή κοινότητα που θα οργανώσει με επιστημονική και κοινωνική ευθύνη πραγματικά μέτρα υγειονομικής προστασίας και θα υπερασπισθεί δημιουργικά την μορφωτική αποστολή σχολείων και σχολών.
Από τη χρήση της μάσκας, τη καθαριότητα και τη τήρηση αποστάσεων μέχρι και την αποκλιμάκωση της πυκνότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας, την αξιοποίηση κάθε κατάλληλου δημόσιου χώρου, την ενίσχυση της αυτονομίας των δημόσιων δικτύων σύγχρονης και ασύγχρονης εκπαίδευσης, την υποδειγματική εφαρμογή εναλλακτικών διδακτικών πρακτικών, μεθόδων αξιολόγησης μαθητών φοιτητών, τον εμπλουτισμό των διδακτικών αντικειμένων.
Από την απαίτηση για ενίσχυση του προσωπικού κάθε κατηγορίας και βαθμίδας με εργασιακές σχέσεις αξιοπρεπείς και σταθερές μέχρι και τον σεβασμό των ειδικών απαιτήσεων υγείας καθενός και καθεμιάς.
Καλούμε τον κόσμο της εργασίας και της γνώσης να αξιοποιήσει κάθε συμμετοχική δυνατότητα σε κάθε δημόσιο θεσμό – εκπαιδευτικό και αυτοδιοικητικό – για την οργάνωση ενός δικτύου μέτρων και δομών που θα απαντά και στις ειδικές συνθήκες της υγειονομικής κρίσης και στις διαρκείς απαιτήσεις ενίσχυσης της μορφωτικής αποστολής του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης.
Δεν πρέπει να παρακολουθήσουμε την προδιαγεγραμμένη αποτυχία των κυβερνητικών μέτρων απαθείς. Αν η κυβέρνηση είναι ανεπαρκής, ο κόσμος της εκπαίδευσης για μια ακόμα φορά πρέπει να υπερασπισθεί υγειονομικά και μορφωτικά τη Δημόσια Παιδεία.