ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΛΑΚΑΣΑΣ
Τσίρκο! Αμερικανοί πανεπιστημιακοί παρουσιάζουν στους Ελληνες συστήματα που εφαρμόζονται επί χρόνια στις ΗΠΑ, αλλά το ελληνικό σχολείο δυσκολεύεται να τα υποστηρίξει, διότι έχει μείνει ουραγός στην ψηφιακή εποχή, και η ανανέωση του τεχνολογικού εξοπλισμού έχει σταματήσει επί υπουργείας Αριστείδη Μπαλτά. Μάλλον οι Αμερικανοί θέλησαν να επαναφέρουν στη σκληρή πραγματικότητα τους Ελληνες συνομιλητές τους, αφού για να καταδείξουν την αποστήθιση που «υπηρετεί» το εκπαιδευτικό μας σύστημα χρησιμοποίησαν το παράδειγμα της Σούλας, μαθήτριας που κάθεται σε ξύλινο θρανίο (από τη δεκαετία του 1980 αποσύρθηκαν), βαριέται και χαζεύει έξω από το παράθυρο, ενώ έχει βιβλία με κεφάλαια όπως «Οι μαργαρίτες και οι παπαρούνες», «Προτάσεις για βελτίωση της ζωής στην Κένυα» και «Ολα τα πουλιά δεν είναι ίδια». Από την άλλη, πρώην υπουργός Παιδείας της Πορτογαλίας εστίασε στην αναβάθμιση των δημόσιων σχολείων, ώστε να φτάσουν στο ίδιο σημείο με τα καλύτερα ιδιωτικά. Ωστόσο στην Ελλάδα ο υπουργός Νίκος Φίλης και οι σύμβουλοί του επιδιώκουν να υποβαθμίσουν τα ιδιωτικά στο επίπεδο των δημοσίων.
Ειδικότερα, χθες στο υπουργείο Παιδείας ήταν η πρώτη «Ημέρα προβληματισμού», όπως με στόμφο έχουν βαφτισθεί ημερίδες με ειδικούς, Ελληνες και ξένους. Είχαν προσκληθεί η Μαίρη Καλαντζή, ελληνικής καταγωγής πανεπιστημιακός στο Ιλινόις, ο Bill Cope, επίσης καθηγητής στο Ιλινόις, και η Maria de Lurdes Rodrigues, υπουργός Παιδείας της σοσιαλιστικής κυβέρνησης στην Πορτογαλία από το 2005 έως το 2009.
Στη συζήτηση παρενέβη η αναπληρώτρια υπουργός Σία Αναγνωστοπούλου, η οποία τόνισε ότι «στον διάλογο, εκτός από το ερώτημα ποιο εκπαιδευτικό σύστημα θέλουμε, προστίθεται το ερώτημα ποια Ευρώπη θέλουμε και τι πολίτες θέλουμε». Πάντως, για να υιοθετηθεί η αριστερή κουλτούρα που έχει στο μυαλό της η κ. Αναγνωστοπούλου, θα πρέπει να αλλάξει άρδην το ελληνικό σχολείο όπως στήθηκε (βιβλία, διδακτικές μέθοδοι) τα τελευταία 40 χρόνια. Λεφτά υπάρχουν γι’ αυτό;
Η κ. Καλαντζή παρουσίασε τρία εκπαιδευτικά μοντέλα: το «διδακτικό», το «προοδευτικό» και «αναστοχαστικό» και το «συμπεριληπτικό», «που είναι επηρεασμένο από τη δυναμική των νέων τεχνολογιών, τις έννοιες της συμμετοχικής πολιτειακότητας και των μετεθνικών ταυτοτήτων», που μάλλον δείχνει να προκρίνει η ομάδα του εθνικού διαλόγου. Λεφτά γι’ αυτό υπάρχουν; Υπενθυμίζεται ότι το ευρωπαϊκής χρηματοδότησης ψηφιακό σχολείο κατέστη παρελθόν επί Αριστείδη Μπαλτά. Η κ. Καλαντζή έθεσε, βέβαια, και το θέμα των οικονομικών της εκπαίδευσης (κάτι που σημαίνει και αυτονομία των σχολείων στις προσλήψεις) αλλά αυτά είναι… νεοφιλελεύθερα πράγματα. Η κ. Καλαντζή μάλλον εκνευρίστηκε με μία ομιλήτρια που συνεχώς γκρίνιαζε για τα κακά της εκπαίδευσης, και της απάντησε: «I want action, I want advocacy, not only critique».
Από την πλευρά του, ο κ. Cope (απασχολείται στο γνωστικό πεδίο της μάθησης στην ψηφιακή εποχή) εμφανίστηκε άθελά του να σαρκάζει την ελληνική πραγματικότητα, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της μαθήτριας Σούλας που βαριέται να αποστηθίζει. Ο πανεπιστημιακός ανέφερε πως η νέα τεχνολογία βοηθά το παιδί να ανακαλύπτει και ίσως να παράγει γνώση, αλλά οι αριστεροί βερμπαλιστές του υπουργείου μίλησαν για «μετατόπιση του κέντρου βάρους από την ατομοκεντρική εκπαίδευση σε μια παιδαγωγική που εστιάζει στην επίλυση προβλημάτων και στη συνεργατικότητα».
Η κ. Rodrigues ανέφερε ότι οι παρεμβάσεις επί θητείας της αφορούσαν τόσο τον ριζικό ανασχεδιασμό της σχολικής ζωής και του τρόπου λειτουργίας της σχολικής μονάδας όσο και την ενίσχυση της επαγγελματικής παιδείας.
Ο πρόεδρος της επιτροπής διαλόγου Αντώνης Λιάκος έκλεισε τις εργασίες της «Ημέρας προβληματισμού». Απευθυνόμενος από μικροφώνου στο κοινό του –το ζωντανό ήταν μικρό, το διαδικτυακό απροσμέτρητο, ελπίζω– απεφάνθη: «Προκειμένου να μπορέσει να χαραχτεί πολιτική, είναι κρίσιμο το άνοιγμα στις ιδέες».