Οι ιστορικές αποφάσεις (1749 και 1750/ 20 Σεπτεμβρίου 2019) του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) ακυρώνουν τα νέα πολυθρησκειακά Θρησκευτικά Φίλη – Γαβρόγλου και επαναφέρουν το μάθημα των Θρησκευτικών στη συνταγματική νομιμότητα, μετά από την τριετή περιπέτεια που πέρασε.
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Το περασμένο έτος, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) είχε συγκρουστεί με το Υπουργείο Παιδείας (επί κ. Γαβρόγλου), διότι τα μέλη της, αν και απειλούμενα πειθαρχικά από το Υπουργείο, δεν δέχονταν να εφαρμόσουν τα ακυρωμένα, ως αντισυνταγματικά, από τις αποφάσεις του ΣτΕ (2018) Προγράμματα Φίλη.
Και αυτό, διότι το Υπουργείο ισχυριζόταν, ψευδώς, ότι τα νέα Προγράμματα Γαβρόγλου ήταν αναμορφωμένα, ενώ η ΠΕΘ διαπίστωνε ότι ήταν τα ίδια με εκείνα του Φίλη.
Επιπρόσθετα, ο τότε και νυν Γ. Γραμματέας Θρησκευμάτων και πολλοί άλλοι, επέμεναν ότι οι δάσκαλοι και οι Θεολόγοι είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόσουν τα Προγράμματα Γαβρόγλου, έως ότου βγουν οι νέες αποφάσεις του ΣτΕ.
Ίσως, ήλπιζαν ότι το ΣτΕ, σε μια νέα σύνθεσή του, θα ανέτρεπε τις αποφάσεις του ΣτΕ του 2018. Όμως, αυτό δεν έγινε, διότι οι αποφάσεις του ΣτΕ, για τα ίδια Προγράμματα που είχαν ακυρωθεί πριν ένα χρόνο, δεν θα μπορούσαν να αλλάξουν.
Το ΣτΕ, ως γνωστό, έχει κριτήρια καθορισμένα, σταθερά και αμετακίνητα:
Ελέγχει, με βάση το Σύνταγμα και την υπάρχουσα νομολογία, αν μια απόφαση ή διοικητική πράξη, που ζητά κάποιος να ακυρωθεί, είναι αντισυνταγματική ή όχι.
Το ΣτΕ, λοιπόν, στις 20 Σεπτεμβρίου 2019, επανέλαβε σχεδόν τις προηγούμενες αποφάσεις, που είχε λάβει το 2018 για τα Προγράμματα Φίλη του Μαθήματος των Θρησκευτικών και ακύρωσε και τα Προγράμματα Γαβρόγλου.
Έτσι, οι ακυρωτικές αποφάσεις του ΣτΕ, είναι πλέον αμετάκλητες και άμεσα εφαρμοστέες.
Μερικές από αυτές αναφέρονται παρακάτω, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν παρεξηγήσεις, παρερμηνείες και εσκεμμένες παραποιήσεις τους:
α) Ως ανάπτυξη της «εθνικής συνειδήσεως νοείται ευλόγως, η ανάπτυξη της ελληνικής -και όχι άλλης- εθνικής συνειδήσεως». Ως «ανάπτυξη δε της “θρησκευτικής” συνείδησης νοείται η ανάπτυξη ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως, ενόψει του ότι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χαρακτηριζόμενη ως «επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα», αναγνωρίζεται από τον συνταγματικό νομοθέτη, ως η θρησκεία της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού».
β) «Στην ανάπτυξη θρησκευτικής συνειδήσεως των ελληνοπαίδων, σύμφωνα με τις αρχές της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας, αποβλέπουν και οι γονείς τους, αντλώντας, από την διάταξη του άρθρου (13) του Συντάγματος, το δικαίωμα, που κατοχυρώνεται ευθέως και από το άρθρο (2) του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Συμβάσεως της ΕΣΔΑ, να «εξασφαλίζουν» την μόρφωση και εκπαίδευση των τέκνων τους, σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις».
γ) «Ως “ανάπτυξη” της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκευτικής συνειδήσεως νοείται η εμπέδωση και ενίσχυση της συγκεκριμένης αυτής θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών, με τη διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ως εκ τούτου δε, αφορά αποκλειστικά στους μαθητές, οι οποίοι, ανήκοντες στην κατά τα άνω πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Το
κυριότερο μέσο, με το οποίο -εκτός των άλλων (προσευχή, εκκλησιασμός)- υπηρετείται ο ανωτέρω συνταγματικός σκοπός είναι η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών».
δ) Η «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, επιτελείται δε, κυρίως, με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, το οποίο, για να υπηρετεί τον εν λόγω σκοπό, πρέπει να διδάσκεται, επί ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως, να μην υποβαθμίζεται, κατά την διδασκαλία και την εξέταση, σε σχέση με άλλα μαθήματα και να περιλαμβάνει, οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χωρίς να προκαλεί σύγχυση με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών.
ε) «Κατά την διάταξη του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος, ο κοινός νομοθέτης είναι ελεύθερος να διαμορφώνει το πρόγραμμα της σχολικής εκπαιδεύσεως των ελλήνων μαθητών, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενο των διδασκόμενων μαθημάτων οδηγεί στην επίτευξη των σκοπών, στους οποίους ο συνταγματικός νομοθέτης αποβλέπει, αναγνωρίζοντας την παιδεία ως βασική αποστολή του Κράτους. Στους σκοπούς αυτούς ο συνταγματικός νομοθέτης ρητώς συγκαταλέγει την ανάπτυξη -και όχι διαμόρφωση – της θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών, οι οποίοι εισέρχονται στον σχολικό βίο με ήδη διαμορφωμένη συνείδηση περί του θείου, απότοκη των βιωμάτων τους από το οικογενειακό περιβάλλον, όπως αυτά αναπτύσσονται σε συνθήκες πλήρους θρησκευτικής ελευθερίας προστατευόμενης από το άρθρο 13, παρ. 1 του Συντάγματος».
ζ) «Κατά την διάταξη του άρθρου 16, παρ. 2 του Συντάγματος, το σχολικό πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει μάθημα, στο οποίο οι μαθητές ασκούνται στην κατανόηση και εμπέδωση των θρησκευτικών δογμάτων, τα οποία ήδη πρεσβεύουν, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει μορφή κατηχήσεως σ’ αυτά, ώστε να μην διακυβεύεται η διάπλαση ελεύθερης προσωπικότητας που, επίσης αναγνωρίζεται, κατά την ίδια διάταξη, ως σκοπός της παιδείας. Έτσι, κατά την διάταξη αυτή, στο σχολικό πρόγραμμα, που καταρτίζει ο κοινός νομοθέτης, πρέπει να περιλαμβάνεται η διδασκαλία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ως θρησκεύματος της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού».
η) Επειδή, περαιτέρω, ο νομοθέτης -για ετερόδοξους ή αλλόθρησκους μαθητές -ιδίως τους μαθητές του καθολικού δόγματος ή της εβραϊκής θρησκείας ή της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής
Θράκης- έχει ρητώς προβλέψει δυνατότητα διδασκαλίας του οικείου δόγματος ή θρησκείας, σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της ισότητας, το Κράτος δεν μπορεί, ρυθμίζοντας το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, να στερήσει από τους μαθητές, που ασπάζονται ορισμένο δόγμα ή θρησκεία, το δικαίωμα το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητές που ανήκουν σε άλλα δόγματα ή θρησκείες, να διδάσκοντα, αποκλειστικά, τα δόγματα της πίστεώς τους».
θ) «Στις ανωτέρω υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις αντίκεινται ρυθμίσεις νόμων ή κανονιστικών διοικητικών πράξεων, με τις οποίες, μέσω κυρίως των Προγραμμάτων διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών, για τους αποτελούντες την πλειοψηφία του ελληνικού λαού μαθητές, δεν υπηρετείται ο συνταγματικός σκοπός, η ανάπτυξη δηλαδή, της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως».
ι) «Το μάθημα, μέσω του οποίου πραγματώνεται, ως σκοπός της παιδείας, η “ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως”, απευθύνεται αποκλειστικά στους μαθητές που ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα και όχι στους ετερόδοξους, αλλόθρησκους ή άθεους μαθητές. Τούτο, δε, ενόψει και του ότι οι τελευταίοι έχουν δικαίωμα (άρθρ. 13 του Συντάγματος) πλήρους απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών, χωρίς καμία δυσμενή συνέπεια, εφ’ όσον οι γονείς τους, ή οι ίδιοι, αν είναι ενήλικοι, υποβάλουν δήλωση ότι δεν επιθυμούν, για λόγους θρησκευτικής συνειδήσεως, να παρακολουθήσουν τα τέκνα τους τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, που έχει το προεκτεθέν περιεχόμενο».
ια) «Η δήλωση αυτή, που θα μπορούσε να έχει το εξής περιεχόμενο: «Λόγοι θρησκευτικής συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή (μου ή του παιδιού μου) στο μάθημα των θρησκευτικών», δεν παραβιάζει τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 13 του Συντάγματος, εφ’ όσον γίνεται χάριν απαλλαγής των μαθητών αυτών από την, επιβαλλόμενη κατ’ αρχήν από το Σύνταγμα και το νόμο, υποχρέωση παρακολουθήσεως του μαθήματος αυτού».
ιβ) «Για τους μαθητές που απαλλάσσονται από τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία “ελεύθερης ώρας” και, εντεύθεν, ο κίνδυνος απομακρύνσεως των μαθητών από το ανωτέρω, συνταγματικώς επιβαλλόμενο, μάθημα, χωρίς αποχρώντα λόγο, η Πολιτεία οφείλει να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος, συναφούς, κατά την αντίληψή της, περιεχομένου (π.χ. μαθήματος ηθικής), εφόσον βεβαίως συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών, κατά την αντίληψη πάντοτε της Πολιτείας».
ιγ) «Εφόσον διασφαλίζεται η συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, για την ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών εκείνων, οι οποίοι, ανήκοντες στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, δεν εμποδίζεται η Πολιτεία
να περιλαμβάνει στα σχολικά προγράμματα και εκπαίδευση «θρησκειολογικού» χαρακτήρα, με πληροφορίες και γνώσεις και για άλλες, πέραν της Ορθοδοξίας, θρησκείες και δόγματα».