Μια ιστορία μπορούμε απλά να την αφηγηθούμε
ή να τη διαβάσουμε δείχνοντας ή όχι τις εικόνες της και έπειτα να συζητήσουμε με τα παιδιά,
μπορούμε να τη διαβάσουμε ή να την αφηγηθούμε κι ύστερα τα παιδιά
να ζωγραφίσουν,
να τη δραματοποιήσουν,
να παίξουν ένα παιχνίδι,
να κατασκευάσουν ένα επιτραπέζιο παιχνίδι
ή να τη συναντήσουν μέσω του θεατρικού παιχνιδιού.
Μπορούμε να την αφηγηθούμε και να τη δραματοποιήσουμε
στη βιβλιοθήκη αν υπάρχει,
στην αίθουσα διδασκαλίας,
στο πίσω μέρος της αίθουσας
στο προαύλιο αν ο καιρός το ευνοεί
ή να τη μαγνητοφωνήσουμε με τη φωνή μας ή τη φωνή των παιδιών
και να την ακούσουμε υπό τους ήχους μιας ήρεμης μουσικής.
Επίσης είναι δυνατόν μια ιστορία τα παιδιά να την αφηγηθούν
ή να τη διαβάσουν
ή να την πουν με άλλους τρόπους (π.χ. παντομίμα, κουκλοθέατρο, θέατρο σκιών).
Η φιλαναγνωστική πρακτική στο σχολείο είναι εκείνη η διαδικασία η οποία συντελεί στη δημιουργία μιας κοινότητας αναγνωστών και διαμορφώνει προοδευτικά τον ουσιαστικό, το λειτουργικό, το δημιουργικό εν τέλει τον εν δυνάμει κριτικό αναγνώστη στον οποίο το διάβασμα θα είναι μια πράξη σύμφυτη με τα ενδιαφέροντά του και την ανάγκη του να γνωρίσει τον εαυτό του και τον κόσμο.
Οι δραστηριότητες ανάγνωσης προσφέρουν τη δυνατότητα της διαμόρφωσης ενός αναγνώστη ο οποίος: διαλέγει τα βιβλία του, αφιερώνει χρόνο στην ανάγνωση βιβλίων και στη συζήτηση για αυτά, σχολιάζοντάς τα ανάλογα με τις εμπειρίες του και προτείνοντας βιβλία o ένας στον άλλο. Οι δραστηριότητες φιλαναγνωσίας που προάγονται μέσα από το παιχνίδι και την αισθητική απόλαυση και πραγματοποιούνται σε μια ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης και ενθάρρυνσης, αυθορμησίας, συνεργασίας, επικοινωνίας και αλήθειας ενισχύουν τη σχέση των παιδιών με τα βιβλία αλλά και τις μεταξύ τους σχέσεις. Καλλιεργούν προοδευτικά αυτό που ονομάζεται κοινότητα αναγνωστών.
Οι πράξεις περισσότερο από τα λόγια είναι που περνούν τα ουσιαστικά «μηνύματα». Η ένταξη των βιβλίων στη ζωή της τάξης με κάθε αφορμή, μαθαίνει στα παιδιά ότι το διάβασμα αποτελεί ένα απαραίτητο και σημαντικό μέρος της καθημερινότητας.
Οι δραστηριότητες αναγνωστικής ανταπόκρισης κατά τις οποίες ο αναγνώστης νοηματοδοτεί το κείμενο, είναι σκόπιμο να εμπλουτίζονται διαρκώς από νέες ιδέες που μπορεί να πυροδοτήσει κάθε βιβλίο και κυρίως από ιδέες που προτείνουν τα ίδια τα παιδιά και σχετίζονται με τις εμπειρίες τους και τα ενδιαφέροντά τους.
Ας έχουμε στο πίσω μέρος της αίθουσάς μας ένα χαλί με μαξιλαράκια όπου μπορούμε να αφηγηθούμε την ιστορία μας. Ας την ονομάσουμε Γωνιά Αφήγησης ή Γωνιά Βιβλιοθήκης. Εκεί ας είναι και ένα ταμπλό με ιστορίες των παιδιών, ζωγραφιές τους από την Ώρα Φιλαναγνωσίας, αποκόμματα από περιοδικά και εφημερίδες για το βιβλίο, φωτογραφίες λογοτεχνών κλπ.
Πριν προτείνουμε ένα βιβλίο στους μαθητές και στις μαθήτριές μας, ας αναρωτηθούμε πώς και τι διαλέγουμε για να διαβάσουμε εμείς οι ίδιοι/οι ίδιες. Ας ακούσουμε τις εμπειρίες, τις προσδοκίες των παιδιών.
Οι εκπαιδευτικοί είμαστε συναναγνώστες και παράλληλα εμψυχωτές, διαμεσολαβητές μεταξύ του παιδιού και του κόσμου των βιβλίων. Σεβόμαστε και διαφυλάττουμε την όποια ατομική, πολιτισμική και κοινωνική εμπειρία των μαθητών και μαθητριών μας και την αναγνωστική ιστορία τους και μέσω της φιλαναγνωσίας την εμπλουτίζουμε. Η δημιουργία ενός καλού αναγνώστη και ακροατή είναι τελικά ένας σημαίνων στόχος της φιλαναγνωστικής πρακτικής.
Στην ηλικία των πρώτων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου ο αναγνώστης σε μεγάλο βαθμό έχει μικρή αναγνωστική εμπειρία. Γι’ αυτό οι όποιες προσπάθειες που κάνουμε και οι όποιες δραστηριότητες που ακολουθούμε, είναι απαραίτητο να έχουν και παιγνιώδη μορφή. Επίσης είναι απαραίτητο να έχουμε υπόψη ότι ο μικρός αναγνώστης ταυτίζεται με τους ήρωες των βιβλίων. Και τα δύο αποτελούν σημαντικά στοιχεία τα οποία θα μας βοηθήσουν στις φιλαναγνωστικές μας πρακτικές.
Ο κάθε αναγνώστης αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει διαφορετικά ένα κείμενο, ανάλογα με τις προσωπικές και τις αναγνωστικές του εμπειρίες, αλλά και ο ίδιος αναγνώστης δεν μπορεί ποτέ να διαβάσει το ίδιο κείμενο ξανά με τον ίδιο τρόπο.
Επειδή στη φιλαναγνωστική μας πρακτική χρησιμοποιούμε και άλλες περιοχές τέχνης και τεχνικής (ζωγραφική, μουσική, τραγούδι, ηλεκτρονικός υπολογιστής κ.ά.) μπορούν κατά περίπτωση να συνδράμουν και οι εκπαιδευτικοί των εικαστικών, της μουσικής, της πληροφορικής, της θεατρολογίας, της φυσικής αγωγής.
Ο αναγνώστης των πρώτων τάξεων είναι ένας αναγνώστης με μικρή αναγνωστική εμπειρία. Υπάρχουν όμως παιδιά που είτε έχουν ακούσει πολλές αφηγήσεις είτε στο βαθμό που έχουν κατακτήσει την ικανότητα της ανάγνωσης έχουν διαβάσει αρκετά βιβλία. Δηλαδή, παρά την ίδια ηλικία των παιδιών είναι δυνατόν το καθένα να έχει διαφορετική αναγνωστική εμπειρία. Έτσι όταν ακολουθούμε φιλαναγνωστικές πρακτικές πρέπει να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη την αναγνωστική ιστορία όλων των παιδιών.
Το βιβλίο ή η ιστορία που θα επιλεγεί στην ώρα της φιλαναγνωσίας μπορεί να έχει σχέση θεματική π.χ. με το μάθημα της Γλώσσας, το Ανθολόγιο, τη Μελέτη Περιβάλλοντος, την επικαιρότητα (σχολικές γιορτές, διάφοροι επέτειοι π.χ γιορτή της μάνας, του πατέρα, ημέρα δάσους, ειρήνης κ.ά.) χωρίς να είναι και απαραίτητο.
Σχετικές έρευνες έχουν καταδείξει ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να αυξηθεί ο χρόνος ανάγνωσης εξωσχολικών βιβλίων στο σπίτι είναι να αυξηθεί ο συγκεκριμένος χρόνος στο σχολείο.
Προτείνοντας στα παιδιά διασκεδαστικές και ευρηματικές δραστηριότητες με αφορμή ένα βιβλίο ανατρέπουμε αρνητικούς συσχετισμούς και τα βοηθάμε να συνειδητοποιήσουν ότι πρωτίστως το βιβλίο συνδέεται με την ευχαρίστηση.
Και πάνω απ’ όλα: μην ξεχνάμε τα δικαιώματα του αναγνώστη σύμφωνα με τον D. Pennac: Το παιδί έχει δικαίωμα: να μη διαβάζει, να πηδάει σελίδες, να μην τελειώνει ένα βιβλίο, να το ξαναδιαβάζει, να διαβάζει οτιδήποτε, στον μποβαρισμό (ικανοποίηση αισθήσεων), να διαβάζει οπουδήποτε, να τσαλαβουτάει, να διαβάζει μεγαλόφωνα, να σιωπά.
Ίσως αν τα σκεφτούμε, να απελευθερωθούμε κι εμείς βαδίζοντας με τους μικρούς μας αναγνώστες και τις μικρές μας αναγνώστριες στους απελευθερωτικούς δρόμους της φιλαναγνωσίας.
Πηγή: www.mikrosanagnostis.gr