Τέλος στην ελπίδα που είχαν 70.000 δανειολήπτες στεγαστικών δανείων σε ελβετικό φράγκο να τα αποπληρώσουν µε βάση την ισοτιµία εκταµίευσης έβαλε η απόφαση του Αρείου Πάγου, καθώς θα πρέπει να εξυπηρετούν τις δόσεις τους µε βάση την τρέχουσα ισοτιµία ευρώ-φράγκου.
Στη συντριπτική τους πλειονότητα συμφωνα με το Εθνος τα δάνεια -συνολικού ποσού σήµερα 13 δισ. ευρώ- είναι στο «κόκκινο», καθώς οι δανειολήπτες οφείλουν στις τράπεζες περισσότερα από όσα είχαν δανειστεί αρχικά.
Ενώ και στον τελευταίο νόµο για την προστασία της πρώτης κατοικίας από τον πλειστηριασµό αναφέρεται πως οι δανειολήπτες του ελβετικού µπορούν να αιτηθούν την προστασία αν πληρούν τα κριτήρια και να τα αποπληρώσουν µε την τρέχουσα ισοτιµία.
Οι τράπεζες από την πλευρά τους, καθώς τα 13 δισ. ευρώ είναι οφειλές σε καθυστέρηση και βαρύνουν τους ισολογισµούς τους, έχουν δηµιουργήσει «πακέτα» ρυθµίσεων, που προβλέπουν και «κούρεµα» της οφειλής σε ποσοστό 30% µε 40%, και παράλληλα προχωρούν και σε αλά καρτ ρυθµίσεις.
Η πιο συνηθισµένη ρύθµιση είναι αυτή του «split and freeze». δηλαδή το δάνειο «σπάει» σε δύο µέρη, το ένα εξυπηρετείται και το υπόλοιπο «παγώνει» χωρίς να επιβαρύνεται µε τόκους. Ειδικότερα, οι τράπεζες µετατρέπουν το δάνειο από ελβετικό φράγκο σε ευρώ. Το ενεργό κοµµάτι του δανείου είναι εκείνο που αντιστοιχεί στην εµπορική αξία του υποθηκευµένου ακινήτου (split) και το υπόλοιπο της οφειλής «παγώνει» (freeze).
Αν, δηλαδή, το ποσό του δανείου είναι 220.000 ευρώ και η εµπορική αξία του ακινήτου 150.000 ευρώ, τότε ο δανειολήπτης θα πρέπει να καταβάλει τις δόσεις που αντιστοιχούν σε αυτό, ενώ το υπόλοιπο των 70.000 ευρώ παραµένει στην άκρη άτοκο. Συγκεκριµένα, ο δανειολήπτης υπογράφει νέα δανειακή σύµβαση µε την τράπεζα, στην οποία –συνήθως διατηρείται το αρχικό επιτόκιο, ενώ µε βάση την τρέχουσα οικονοµική κατάστασή του καθορίζονται η διάρκεια αποπληρωµής και η µηνιαία δόση του δανείου. Το παράδειγµα που ακολουθεί είναι ενδεικτικό: Εστω ότι το υπόλοιπο του δανείου είναι 250.000 ευρώ και η εµπορική αξία του ακινήτου 120.000 ευρώ. Το δάνειο σπάει στα δύο. Τα 120.000 ευρώ που αντιστοιχούν στην εµπορική αξία ρυθµίζονται και έχουν διάρκεια αποπληρωµής 15 χρόνια. Αντίστοιχα, τα 130.000 ευρώ «παγώνουν» για 15 χρόνια χωρίς να λογίζονται τόκοι. Με την προϋπόθεση ότι ο δανειολήπτης θα τηρήσει τη ρύθµιση και θα πληρώνει κανονικά τις νέες δόσεις, κάθε χρόνο η τράπεζα θα προχωρά στη διαγραφή του 5% του «παγωµένου» τµήµατος. Θα σβήνει, δηλαδή, ποσό ίσο µε 6.500 ευρώ τον χρόνο. Με τον τρόπο αυτό, σε βάθος 15ετίας θα έχει διαγραφεί το 75% του «παγωµένου» δανείου ή το 40% της συνολικής οφειλής, που εν προκειµένω αντιστοιχεί σε 97.500 ευρώ. Πρόβλεψη υπάρχει και για το υπολειπόµενο ποσό του «παγωµένου» δανείου, που δεν θα έχει διαγραφεί.
Στη λήξη λοιπόν της 15ετίας, θα γίνει επανεκτίµηση της εµπορικής αξίας του ακινήτου. Αν η αξία είναι µεγαλύτερη των 120.000 ευρώ που έχει πληρώσει ο δανειολήπτης, είναι δηλαδή 140.000 ευρώ, τότε θα πρέπει να πληρώσει αυτήν τη διαφορά, δηλαδή τα 20.000 ευρώ, και τα υπόλοιπα 12.500 ευρώ θα διαγραφούν. Αν η εµπορική αξία είναι 150.000 ευρώ, θα πρέπει να καταβάλει στην τράπεζα 30.000 ευρώ και θα διαγραφούν τα 2.500 ευρώ. Συνεπώς, από την αρχική οφειλή ο δανειολήπτης θα έχει καταβάλει 120.000 ευρώ και τη διαφορά της εµπορικής αξίας και θα έχει διαγραφεί το υπόλοιπο ποσό.