Ούτε μια, ούτε δυο αλλά τέσσερις προϋποθέσεις πρέπει να πληροί ένας εργαζόμενος που αμείβεται με μπλοκάκι προκειμένου να φορολογηθεί για τις αμοιβές του με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών.
Μόνο τότε θα μπορεί να κερδίσει την έκπτωση φόρου από 1.900 έως 2.100 ευρώ ανάλογα με την οικογενειακή του κατάσταση, η οποία οδηγεί σε αφορολόγητο όριο εισοδήματος από 8.636 έως 9.545 ευρώ.
Οι προϋποθέσεις αυτές είναι οι εξής:
Θα πρέπει να έχει υποβάλει δήλωση έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Εφορία σαν επαγγελματίας.
Θα πρέπει να δηλώνει ως έδρα για την άσκηση της δραστηριότητάς του την κατοικία του.
Δεν θα πρέπει να εισπράττει μισθό από άλλη εργασία.
Θα πρέπει να παρέχει τις υπηρεσίες του σε τρεις το πολύ εργοδότες ή και σε περισσότερους από τρεις, εφόσον όμως στην περίπτωση αυτή λαμβάνει το 75% τουλάχιστον των ετησίων αμοιβών του μόνο από έναν.
Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία φορολογούμενος με μπλοκάκι δεν πληροί έστω και μία από τις παραπάνω προϋποθέσεις θεωρείται κανονικός επιτηδευματίας και φορολογείται από το πρώτο ευρώ με συντελεστή 22%. Βέβαια στην περίπτωση αυτή, μπορεί να μην φορολογηθεί για το σύνολο του εισοδήματος του αλλά μόνο για το καθαρό εισόδημα.
Ειδικότερα, ο φορολογούμενος μπορεί μεν να χάνει το δικαίωμα του αφορολογήτου, αλλά αποκτά τη δυνατότητα να δηλώσει δαπάνες που εκπίπτουν από τις ετήσιες αμοιβές του, περιορίζοντας έτσι τα φορολογητέο ποσό.
Το καθαρό ποσό που θα προκύψει με την έκπτωση των δαπανών από τις ετήσιες αμοιβές του θα είναι αυτό που θα φορολογηθεί ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή με 22% από το πρώτο ευρώ μέχρι τα 20.000 ευρώ και με 29%-45% για το τμήμα των ετησίων αμοιβών πάνω από το επίπεδο των 20.000 ευρώ.
Στην περίπτωση που κάποιος εργαζόμενος αμείφθηκε για παροχή υπηρεσιών, χωρίς να έχει κάνει έναρξη δραστηριότητας στην Εφορία και έλαβε «τίτλο κτήσης» από τον εργοδότη του για τις αμοιβές που εισέπραξε θα φορολογηθεί για το σύνολο των αμοιβών του, ως επιτηδευματίας, δηλαδή με 22% από το πρώτο ευρώ μέχρι τα 20.000 ευρώ και με 29%-45% για το τμήμα των ετησίων αμοιβών πάνω από το επίπεδο των 20.000 ευρώ.
Δηλαδή δεν θα δικαιούται το αφορολόγητο και δεν θα έχει κανένα δικαίωμα έκπτωσης δαπανών από τις αμοιβές του.
Η μοναδική εξαίρεση ισχύει στην περίπτωση απόκτησης εισοδήματος από περιστασιακή απασχόληση το οποίο δεν υπερβαίνει τα 6.000 ευρώ ετησίως, εφόσον τα τεκμήρια διαβίωσης προσδιορίζουν τεκμαρτό εισόδημα μέχρι 9.500 ευρώ και εφόσον δεν έχει αποκτηθεί ταυτόχρονα και εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, ακίνητα ή τόκους καταθέσεων.
Σε κάθε τέτοια περίπτωση, τόσο το πραγματικό εισόδημα όσο και η πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που μπορεί να προκύψει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων φορολογούνται με την ευνοϊκή κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από μισθούς.