Ούτε ένα ούτε δύο αλλά τέσσερα σενάρια αυξήσεων στα τιμολόγια και τους λογαριασμούς ρεύματος των πελατών της έχει στο τραπέζι η ΔΕΗ ΔΕΗ 0,00%. Και δεν είναι μόνο οι προτάσεις αυτές που περιλαμβάνονται στο «Στρατηγικό κι Επιχειρησιακό Σχέδιο 2018 – 2022». Άλλοι δύο λόγοι είναι πολύ πιθανόν να φουσκώσουν τα ποσά κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας των εκατομμυρίων νοικοκυριών κι επιχειρήσεων.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, στο επιχειρησιακό πλάνο της δημόσιας εταιρίας, που εκπόνησε η McKinsey & Company και ο πρόεδρος Μανόλης Παναγιωτάκης έχει δημόσια δεσμευτεί για την εφαρμογή του, έχουν γίνει συγκεκριμένες υποδείξεις προκειμένου η εταιρία να μειώσει την έκθεση της στους κινδύνους της αγοράς προμήθειας, αλλά και για να κρατήσει τους «καλούς πελάτες». Και κυρίως στη χαμηλή και μέση τάση.
Οι προτάσεις αυτές λόγω του ανοίγματος της αγοράς ηλεκτρισμού και της αλίευσης καταναλωτών από τους εναλλακτικούς προμηθευτές αποσκοπούν ουσιαστικά στην οικονομική προστασία της ΔEΗ ώστε να μη καταλήξει να έχει ένα χαρτοφυλάκιο με οικονομικά ευάλωτους ή τους κακοπληρωτές. Επίσης οι συστάσεις στοχεύουν στη θωράκιση της και από τις έντονες διακυμάνσεις της Οριακής Τιμής του Συστήματος. Πέραν της αναμόρφωσης του brand name, της παροχής εναλλακτικών ενεργειακών προϊόντων και υπηρεσιών αλλά και της διαμόρφωσης μιας πιο πελατοκεντρικής πολιτικής το επιχειρησιακό πλάνο προτείνει:
1. Την επιβολής χρέωσης σε όσους πελάτες επιθυμούν την αποστολή των λογαριασμών τους σε έντυπη μορφή.
2. Τη μείωση του ποσοστού έκπτωσης σε όσους πελάτες πληρώνουν εντός προθεσμίας τους λογαριασμούς ρεύματος.
3. Τη συγχώνευση κλιμακίων κατανάλωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως προκύπτουν αυξήσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών.
4. Την αύξηση του παγίου, που πληρώνουν οι πελάτες της ή την καθιέρωση ρήτρας Οριακής Τιμής Συστήματος. Τον τελευταίο όρο τον έχουν συμπεριλάβει οι εναλλακτικοί προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στις συμβάσεις τους με τους καταναλωτές. Οπότε όταν η ΟΤΣ υπερβαίνει συγκεκριμένα όρια το κόστος μετακυλίεται στους καταναλωτές.
Τα δικαιώματα CO2 και οι ΥΚΩ
Τα νοικοκυριά, όμως, και οι επιχειρήσεις που ηλεκτροδοτούνται από τη ΔEΗ είναι αντιμέτωποι με έναν πραγματικό κι έναν πιθανό κίνδυνο αύξησης των τιμολογίων ρεύματος.
Ο πρώτος έχει να κάνει με το κόστος των δικαιωμάτων CO2. Ως γνωστόν οι ενεργοβόρες εταιρίες και περισσότερο οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας με ρυπογόνες μονάδες αγοράζουν από το ευρωπαϊκό χρηματιστήριο δικαιώματα CO2. Η πολιτική της Ε.Ε. για καθαρότερες μορφές ενέργειας έχει εκτοξεύσει τις τιμές διοξειδίου του άνθρακα. Είναι ενδεικτικό ότι τις τελευταίες μέρες κινούνται στα επίπεδα των 19 ευρώ ανά τόνο, όταν πέρυσι ήταν μόλις στα 7 ευρώ ανά τόνο. Οι προβλέψεις μιλούν για ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των τιμών.
Η ΔEΗ στο πρώτο εξάμηνο του έτους δαπάνησε συνολικά 107,2 εκατ. ευρώ όταν πέρυσι την ίδια περίοδο διέθεσε 60,9 εκατ. ευρώ. Ο ίδιος ο υπουργός ΠΕΝ αναγνωρίζει αυτό το κόστος, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο μετακύλισης του κόστους στα τιμολόγια, σημειώνοντας την αντίστοιχη πρακτική που ακολουθούν οι ιδιωτικές εταιρίες προμήθειας και παραγωγής ρεύματος. Μάλιστα υπάρχει στα συμβόλαια με τους πελάτες τους σχετική ρήτρα CO2.
Οι αποφάσεις της εταιρίας θα ληφθούν αφού συνυπολογιστούν οι επιπτώσεις σε βάθος εξαμήνου. Το πιο πιθανό είναι και η ΔEΗ να καθιερώσει τέτοια ρήτρα.
Ο δεύτερος κίνδυνος έχει να κάνει με τις χρεώσεις Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ). Η δημόσια επιχείρηση διεκδικεί για ΥΚΩ (ηλεκτροδότηση νησιών, ΚΟΤ κλπ) που παρείχε μετά το 2011 και δεν της είχαν δοθεί ποσό άνω των 700 εκατ. ευρώ.
Με απόφαση της πέρυσι η ΡΑΕ είχε απορρίψει το μισό ποσό και η κυβέρνηση χορήγησε στην εταιρία μέσω του κοινωνικού μερίσματος τα 375 εκ. ευρώ. Η ΔEΗ συνέχισε όμως να διεκδικεί τα υπόλοιπα 360 εκ. ευρώ δικαστικά, προσφεύγοντας στο ΣτΕ.
Σύμφωνα με πληροφορίες το ΣτΕ δεν απέρριψε την προσφυγή της ΔEΗ αλλά παρέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο, αναγνωρίζοντας ουσιαστικά τα επιχειρήματα της περί λανθασμένης απόφασης της ΡΑΕ. Στην περίπτωση που η δημόσια εταιρία δικαιωθεί τότε τα 360 εκατ. ευρώ η εταιρία είτε θα πρέπει να τα ανακτήσει με αυξήσεις από τα τιμολόγια, είτε να της τα χορηγήσει και πάλι το κράτος.