Στην έννοια της “άμυνας” έναντι άδικης πράξης, επίθεσης, ή απειλής και στη διάκριση της από τις έννοιες της εκδίκησης, ή της αυτοδικίας αναφέρθηκε, μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ – ΜΠΕ (Πρακτορείο 104,9 fm), ο καθηγητής Ποινικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, Νικόλαος Μπιτζιλέκης, με αφορμή το αιματηρό συμβάν σε κοσμηματοπωλείο στην Ομόνοια, που κατέληξε με το θάνατο του 33χρονου Ζακ Κωστόπουλου.
Αναφερόμενος στο ελληνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο ο κ. Μπιτζιλέκης υπογράμμισε τη διαφορά ανάμεσα στις τρεις έννοιες.
“‘Αλλο αυτοδικία, άλλο άμυνα, άλλο εκδίκηση…Αν κάποιος μου κάνει κάτι και εγώ πάω στη συνέχεια και τον χτυπήσω, αυτό είναι εκδίκηση δεν έχει να κάνει με άμυνα. Η άμυνα γίνεται, για να αποτραπεί ένα άδικο, το οποίο εξελίσσεται. Με την πράξη μου κάνω μέχρι ότι είναι αναγκαίο για να αποτραπεί αυτό” είπε ο κ. Μπιτζιλέκης και πρόσθεσε: “Η αυτοδικία δεν έχει να κάνει με την άμυνα. Η αυτοδικία είναι να πάρω το δίκαιο, το νόμο, στα χέρια μου…Αυτό είναι αυτοδικία. Οι έννοιες, τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό ποινικό χώρο, είναι περίπου οι ίδιες, για να μην πω, απολύτως οι ίδιες. ‘Αλλο η άμυνα, άλλο η αυτοδικία”.
Ο καθηγητής του ΑΠΘ εξήγησε το νομικό περιεχόμενο της έννοιας της “άμυνας” απέναντι σε άδικη επίθεση, στο ευρωπαϊκό σύστημα δικαίου. “Όταν μιλάμε για άμυνα, μιλάμε για ύπαρξη μιας άδικης επίθεσης, την οποία αποτρέπω εγώ κάνοντας επίσης μια άδικη πράξη. Και αυτό σημαίνει ότι η δική μου πράξη δικαιολογείται, όταν είναι αναγκαία για να αποτραπεί μια άδικη επίθεση. Συνεπώς, εάν έχουμε μια παραβίαση οικιακής ειρήνης, μια κλοπή, ή μια ληστεία, εναντίον αυτής μπορεί να απαντήσει οποιοσδήποτε, αποτρέποντας την ολοκλήρωση αυτής της πράξης. Αυτό ισχύει σε όλη την Ευρώπη”.
Ο κ. Μπιτζιλέκης ξεκαθάρισε ότι η “παραβίαση οικιακής ειρήνης” μπορεί αφορά και άλλους ιδιωτικούς χώρους, πλην της οικίας, όπως, το κατάστημα, ιδιόκτητες εγκαταστάσεις, π.χ. γκαράζ, αποθήκες και οποιουσδήποτε περιφραγμένους ιδιωτικούς χώρους, κ.α. “Εάν έχουμε και ενέργειες, πολύ χειρότερες από την παραβίαση οικιακής ειρήνης, όπως π.χ. απόπειρα κλοπής, ή απόπειρα ληστείας – ακόμη περισσότερο, διότι εκεί υπάρχει και άσκηση βίας που σημαίνει προσβολή πλέον προσωπικών αγαθών – εκεί πλέον η ένταση της πράξης μου, που δικαιολογείται, είναι ασφαλώς πολύ μεγαλύτερη. Μπορούν δηλαδή να δικαιολογηθούν μεγαλύτερης απαξίας πράξεις, εφόσον όμως σε όλες τις περιπτώσεις είναι αναγκαίες για να αποτραπεί η άδικη επίθεση”.
Ο κ. Μπιτζιλέκης υπογράμμισε ότι τα όρια της άμυνας εξαντλούνται χρονικά στο σημείο που επιτυγχάνεται η αποτροπή της άδικης πράξης, δηλαδή, η “άμυνα” διαρκεί τόσο, όσο “εξελίσσεται” η άδικη επίθεση. Επίσης, Ξεκαθάρισε, ότι η έννοια της άμυνας εμπεριέχει την αναλογικότητα της αντίδρασης, σε σχέση τη συντελούμενη από τον επιτιθέμενο άδικη πράξη. Σημείωσε, επίσης, ότι και τρίτοι έχουν δικαίωμα να επέμβουν για να αποτρέψουν μια άδικη πράξη, σε βάρος κάποιου και πρόσθεσε: “Όταν υπάρχει μια άδικη επίθεση εναντίον μου, τόσο εγώ, όσο και οποιοσδήποτε τρίτος, έχουμε δικαίωμα αυτήν την επίθεση να την αποτρέψουμε. Εάν κάποιος πάει να σας τραυματίσει, έχω δικαίωμα εγώ να αποτρέψω την επίθεση που κάνει αυτός εναντίον σας. Αυτό είναι άμυνα. Δεν είναι αυτοδικία”.
Τόνισε, επίσης, ότι η παρεμπόδιση διαφυγής του δράστη μετά από άδικη πράξη, δεν είναι μόνο δικαίωμα και του άμεσα θιγόμενου, αλλά και τρίτων, δηλαδή και άλλοι μπορούν να επέμβουν για να αποτρέψουν ένα αυτόφωρο αδίκημα. Ωστόσο, υπάρχουν και εκεί όρια στη χρήση της ασκούμενης βίας για να αποτραπεί η φυγή του. “Επιτρέπεται να συλλάβω κάποιον, όταν τελεί ένα αυτόφωρο αδίκημα. Οποιοσδήποτε πολίτης έχει δικαίωμα να τον συλλάβει. Και οι αστυνομικές αρχές έχουν υποχρέωση να τον συλλάβουν… Η σύλληψη είναι άσκηση βίας. ‘Αρα, υπάρχει δικαίωμα να ασκήσω αυτή τη βία προκειμένου να τον συλλάβω, εάν εκτελέσει ένα αυτόφωρο αδίκημα. Αυτό το δικαίωμα το έχει ο πολίτης» είπε ο καθηγητής Νομικής και συνέχισε: “Ωστόσο και αυτό το δικαίωμα λειτουργεί στα πλαίσια της αναγκαιότητας. Δεν μπορείς να τον σκοτώσεις τον άνθρωπο για να τον συλλάβεις, ούτε μπορείς να τον τραυματίσεις βαριά για να τον συλλάβεις. Σύλληψη θα κάνεις, βία θα ασκήσεις, μέχρι του σημείου εκείνου, που θα είναι αναγκαίο να τον συλλάβεις – πλην όμως – ακόμη και εάν είναι αναγκαίο να ασκήσεις υπέρμετρη βία, αυτό το πράγμα έχει πρόβλημα, δε μπορεί να δικαιολογηθεί. Δεν μπορεί, δηλαδή, στα πλαίσια σύλληψης κάποιου, να τον αφήνεις ανάπηρο”.
Ο κ. Μπιτσιλέκης εξήγησε ότι εάν ο αμυνόμενος λειτουργεί σε κατάσταση “φόβου και ταραχής” εξαιτίας μιας αιφνίδιας παραβίασης της οικιακής ειρήνης του και χρησιμοποιήσει δυσανάλογη βία για να αμυνθεί, το δικαστήριο είναι που θα κρίνει εάν υπέπεσε σε “πλάνη”. Θα κρίνει, δηλαδή, εάν ο αμυνόμενος δεν είχε εκείνη τη στιγμή τη δυνατότητα αξιολόγησης του πραγματικού κινδύνου και για αυτό υπερέβαλε στην αντίδραση του και τότε, μπορεί και να μην του καταλογιστεί ποινή.
Εεσήμανε, επίσης, ότι στον ευρωπαϊκό χώρο “η παραβίαση οικιακής ειρήνης είναι ένα αδίκημα χαμηλού βεληνεκούς” και “δεν έχει τη σπουδαιότητα που έχει στον αμερικανικό χώρο”. Εξήγησε, ότι στις ΗΠΑ “υπάρχει μεγαλύτερη ανοχή σε πράξεις που γίνονται σε βάρος ανθρώπου, που παραβιάζει το οικιακό άσυλο” και κατέληξε: “Εκείνος που μπαίνει σε ιδιωτικό χώρο, θεωρείται ότι έχει απολύτως την ευθύνη για αυτό που κάνει, οπότε μπορεί να αντιμετωπιστεί και με πράξεις, ή προσβολές, που παίρνουν χαρακτήρα υπερβολικό”.