“Μεγάλο πρόβλημα όμως παρουσιάζουν τα άρθρα που αφορούν τις ΔΥΕΠ και νομίζω ότι εδώ θέλει ιδιαίτερη προσοχή. Καταρχήν, να ξεκινήσουμε με τους αναπληρωτές. Εδώ αποτελεί αληθινή βόμβα στο ευαίσθητο κομμάτι της πρόσληψης αναπληρωτών το άρθρο 80 με τις παραγράφους 1 και 4, όπου εισάγονται κριτήρια άνισης μεταχείρισης κατά την πρόσληψη τους.
Έτσι, απαιτούνται ιδιαίτερα προσόντα, όπως η διδακτική υπηρεσία σε ΔΥΕΠ, κάτι που αποτελεί προνομιακή μεταχείριση όσων συνέβη με τυχαίο τρόπο μέχρι σήμερα να έχουν προσληφθεί στις ΔΥΕΠ. Ακόμη και η κατοχή συγκεκριμένων γλωσσικών γνώσεων σε συνδυασμό με τα προηγούμενα ,οδηγεί σε μια νέα κατηγοριοποίηση μέσα στους κόλπους των αναπληρωτών, κάτι το οποίο αντί να πάμε στους μόνιμους διορισμούς πάμε σε μια ακόμη κατηγοριοποίηση στο εσωτερικό τους”.
Ακολουθεί η τοποθέτηση του Προέδρου της ΔΟΕ για όλα τα θέματα:
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΙΚΙΝΗΣ (Πρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (Δ.Ο.Ε.)): Κύριε Πρόεδρε, δεν έχει ιδιαίτερη αξία η επανάληψη, αναφέρθηκε ο Πρόεδρος της ΟΛΜΕ, σε σχέση με τον επείγοντα χαρακτήρα της κατάθεσης, σε σχέση με την αύξηση των άρθρων με αυτά που είδαμε στη διαβούλευση και το τί σημαίνει τελικά αυτή η διαδικασία. Ως προς την ουσία, θα ξεκινήσω από τα ερωτήματα που έθεσε ο κύριος Υπουργός και έχουν να κάνουν με την αξιολόγηση και με το θεσμό του σχολικού συμβούλου.
Καταρχήν, θέση του κλάδου μας και δώσαμε μεγάλο αγώνα για αυτό, ήταν η κατάργηση του Προεδρικού Διατάγματος 152 και επειδή παρακολουθήσαμε κάποιους διαξιφισμούς χθες στη Βουλή, σε σχέση με το αν τελικά το Π.Δ. 152 οδηγούσε σε απολύσεις ή όχι, προς αποκατάσταση της αλήθειας το Π.Δ. 152 από μόνο του δεν οδηγούσε σε καμιά απόλυση, ήταν όμως ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο σε συνδυασμό με το ν.4024, το μισθολόγιο που έχει ήδη καταργηθεί, το οποίο εκείνο προέβλεπε τις ποσοστώσεις και δεν μιλάμε για ποσοστώσεις του δημοσίου, το 15%, μιλάμε για ειδικές ποσοστώσεις που προβλέπονται για τους εκπαιδευτικούς. Σε συνδυασμό, λοιπόν, αυτά τα δύο αποτελούσαν ένα εκρηκτικό μείγμα που, ναι θα οδηγούσε σε στασιμότητα, ναι θα οδηγούσε σε απολύσεις και ήταν θέση του κλάδου η κατάργηση του Π.Δ. 152 μαζί με το ν.4024 και θεωρούμε, σαφώς, ότι είναι θετική η κατάργησή του.
Από εκεί και πέρα τι γίνεται στην αξιολόγηση είναι μια άλλη συζήτηση. Αρκεί να πω, ότι κακώς γινόταν η χθεσινή διαμάχη με την έννοια ότι ακόμη και ο ίδιος ο ΟΟΣΑ, στην έκθεσή του φέτος, λέει ότι, ναι, μεν, τότε αρνήθηκε να συμμετάσχει η πλειοψηφία των σχολείων, αλλά είναι προφανές ότι οι ιθύνοντες του Υπουργείου, σε σχέση με τα όσα προβλέπονται στο τωρινό νομοσχέδιο έχουν λάβει υπόψιν τα διδάγματα από το παρελθόν και οι προτάσεις της ΑΔΙΠΔΕ και του ΙΕΠ, υποδεικνύουν μια βαθμιαία προσέγγιση για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ Υπουργείου και εκπαιδευτικών, πριν από την εισαγωγή ενός πιο ολοκληρωμένου συστήματος αξιολόγησης. Αν αυτή η αξιολόγηση ήταν σύμφωνη με τις θέσεις των κλάδων των εκπαιδευτικών, δηλαδή ένα τροφοδοτικό εργαλείο στην εκπαιδευτική διαδικασία, θα μπορούσαμε να έχουμε μια πολύ εποικοδομητική συζήτηση.
Όμως, όλα όσα προβλέπονται μέσα στις διατάξεις του σχεδίου νόμου, δυστυχώς, παραπέμπουν για μια ακόμη φορά σε ένα πλαίσιο αξιολόγησης – χειραγώγησης, έτσι, όπως το ονομάσαμε εμείς, αν όχι άμεσα σίγουρα στο βάθος. Μπορούμε να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα, δηλαδή έχουμε ένα πλέγμα αξιολόγησης στα πλαίσια του ΟΟΣΑ, η οποία προσπαθεί να καταστήσει όλους τους εκπαιδευτικούς αξιολογητές των στελεχών της εκπαίδευσης και των σχολικών μονάδων για να τους μετατρέψει πιθανότατα σε αξιολογούμενους σε επόμενη φάση. Το άρθρο 53 παράγραφος 3, που προβλέπονται οι σχετικές αρμοδιότητες του ΙΕΠ, για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, είναι ένα βήμα αυτού. Προβλέπεται ότι όλα τα στελέχη εκπαίδευσης θα αξιολογούνται από τα στελέχη της αμέσως ανώτερης βαθμίδας ιεραρχίας, τα οποία συντάσσουν και σχετικές εκθέσεις αξιολόγησης.
Ταυτόχρονα όλα τα στελέχη εκπαίδευσης θα αξιολογούνται από το μόνιμο προσωπικό που υπάγεται σε αυτά, για παράδειγμα, οι εκπαιδευτικοί μιας σχολικής μονάδας καλούνται να συμπληρώνουν σε ετήσια βάση ανώνυμα ερωτηματολόγια και αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό σημείο κριτικής και στο παρελθόν αξιολόγηση του διευθυντή, της διευθύντριας και υπάρχει μια κλίμακα όπου οι χαρακτηρισμοί που περιλαμβάνει μοιάζουν πάρα πολύ με το Π.Δ. 152, δηλαδή στη θέση του «ελλιπής» έχει μπει και το «ακατάλληλος» και διάφοροι άλλοι χαρακτηρισμοί, οι οποίοι παραπέμπουν σε εκείνη τη διαδικασία, όπου για πρώτη φορά περιλαμβάνεται ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός.
(Συνέχεια ομιλίας κ. ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΙΚΙΝΗ, Πρόεδρου της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΔΟΕ))
Επίσης, ακόμη και οι εκθέσεις αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας που είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για την παιδαγωγική διαδικασία, όταν μπαίνουν μέσα παράγοντες όπως οι Δήμοι ή οι εκπρόσωποι των συλλόγων γονέων, στη διαδικασία αυτή υπάρχει ένας έντονος προβληματισμός. Η έκθεση αυτοαξιολόγησης σε τελική ανάλυση που διορθώνεται και αναπέμπεται από το συντονιστή είναι επίσης ένα τεράστιο ζήτημα που παραπέμπει σε μονοπρόσωπο όργανο, σε μια αξιολογική διαδικασία που πολλά θυμίζει από αυτά τα οποία καταργούνται.
Τώρα, όσον αφορά το θεσμό του σχολικού συμβούλου. Το ζητούμενο του νομοσχεδίου υποτίθεται είναι η υποστήριξη του εκπαιδευτικού έργου. Το βασικό ερώτημα είναι, αν μέσα από όλο το πλέγμα αυτών των διατάξεων που θεσμοθετούνται, υποστηρίζεται τελικά ο εκπαιδευτικός στο ρόλο του , ο μαθητής και φυσικά και η ελληνική οικογένεια. Η απάντηση νομίζουμε έτσι όπως τα διαβάζουμε και μακάρι η πραγματικότητα να μας διαψεύσει, είναι ότι όχι δεν υποστηρίζεται.
Επειδή επικεντρώνουμε σε μια μάχη σε σχέση με την ονομασία του σχολικού συμβούλου, να θυμίσω ότι ως κλάδος έχουμε δώσει αγώνα για την καθιέρωση του σχολικού συμβούλου σε αντικατάσταση του θεσμού του επιθεωρητή. Ήταν ένα μεταπολιτευτικό κέρδος, μια νίκη για τον κλάδο μας η θεσμοθέτηση του σχολικού συμβούλου. Τι γίνεται σ’ αυτή τη φάση; Υπήρξε ο ρόλος του πάντοτε δημιουργικός στη διαδικασία όλων αυτών των χρόνων; Σαφέστατα και όχι. Δε στηρίχθηκε ούτε από την πολιτεία σωστά και τα νομοθετήματα τα οποία του έδιναν ρόλο, ήταν συνήθως νομοθετήματα συνδεδεμένα με την αξιολόγηση, γι’ αυτό και ζήσαμε τις εκτροπές στην περίοδο 2012 – 2013 – 2014 με τον καθαρά αξιολογικό ρόλο και τη σύγκρουση που υπήρχε μέσα στο κλάδο.
Χρειάζεται αλλαγή το υποστηρικτικό πλαίσιο των σχολείων; Βεβαίως, χρειάζεται αλλαγή, μετεξέλιξη. Έχει σημασία το όνομα; Εγώ δεν ξέρω αν θα λέγεται σχολικός σύμβουλος και δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με το όνομα, αλλά το ζήτημα είναι αυτό το όργανο που θεσπίζεται αυτή τη στιγμή, παρέχει υποστήριξη, είναι γνήσια αποκεντρωτικό; Η απάντηση είναι ότι είναι συγκεντρωτικό, είναι απομακρυσμένο από τη σχολική μονάδα και χρειαζόταν ενίσχυση του ρόλου των προσώπων που θα ασχοληθούν με τη στήριξη των σχολείων, χρειαζόταν ένα πλαίσιο τέτοιο που θα είναι ουσιαστικό για τη λειτουργία των σχολείων και όχι απλά καταργήσεις σε πλαίσια ιδεοληψιών, αλλά μια γνήσια παιδαγωγική διαδικασία.
Επαναλαμβάνω, το σημαντικό είναι η στήριξη του εκπαιδευτικού έργου. Το εκπαιδευτικό έργο στηρίζεται με όλο αυτό το πλέγμα; Η κατάργηση των ΚΕΔΥ, του ΚΕΣΥ, η δημιουργία του ΚΕΣΥ και όλα αυτά που συγκροτούνται σε επίπεδο διεύθυνσης κοινά για πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, είναι κάτι ιδιαίτερα ανησυχητικό. Να θυμίσω ότι για μας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση μέχρι τώρα ,η συνένωση των δομών υπήρχε μόνο μέσα στους περιφερειακούς διευθυντές, κοινή δομή ήταν τα ΚΕΔΥ και επιπλέον εντελώς διαφορετικά αντικείμενα και τομείς ενοποιούνται σε μια δομή, τα δε παλιά κέντρα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης θα μετονομαστούν σε κέντρα εκπαίδευσης για την αειφορία.
Με λίγα λόγια η απάντηση είναι ότι όλη αυτή η συγκέντρωση δομών, δεν είναι θετική. Το ίδιο συμβαίνει και στο κομμάτι της ειδικής αγωγής, που είναι ένα κομμάτι το οποίο τελικά αυτοί που βγαίνουν να είναι υπεύθυνοι ή αρμόδιοι για τις διαγνώσεις και για όλη τη διαδικασία είναι οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί. Δεν γίνεται δηλαδή μια ουσιαστική στήριξη σ’ αυτή τη διαδικασία. Κατά την άποψή μας ,η αποδόμηση της ειδικής αγωγής με την αλλαγή στο ρόλο των ΚΕΔΥ και τη μετάθεση στους εκπαιδευτικούς του γενικού σχολείου όλης της διαδικασίας είναι μια εξαιρετική προβληματική διαδικασία. Το βάρος για την εκπαιδευτική παρέμβαση σε παιδιά με ειδικές ανάγκες που δεν θα έχουν καν διάγνωση, πέφτει στον εκπαιδευτικό και στο σχολείο και σε κανένα σημείο του σχεδίου νόμου δεν γίνεται σαφής αναφορά στον θεσμό της παράλληλης στήριξης που είναι ένας πολύ σημαντικός θεσμός. Παρά τις διακηρύξεις του δεν υπερασπίζεται τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, αντίθετα οδηγεί στην περιθωριοποίηση τους και στην έξοδό τους από το σχολείο.
Οι επιλογές στελεχών ήταν πάντοτε δυστυχώς και συνεχίζουν να είναι ένα πεδίο ισχύος που προσπάθησαν να επικρατήσουν οι δικοί μας και αυτό συνεχίζεται σ’ αυτή τη λογική και σε συνέχεια του παρελθόντος. Οι αποκλεισμοί και όλα αυτά δεν βοηθούν σε όλη αυτή τη διαδικασία.
Μεγάλο πρόβλημα όμως παρουσιάζουν τα άρθρα που αφορούν τις ΔΥΕΠ και νομίζω ότι εδώ θέλει ιδιαίτερη προσοχή. Καταρχήν, να ξεκινήσουμε με τους αναπληρωτές. Εδώ αποτελεί αληθινή βόμβα στο ευαίσθητο κομμάτι της πρόσληψης αναπληρωτών το άρθρο 80 με τις παραγράφους 1 και 4, όπου εισάγονται κριτήρια άνισης μεταχείρισης κατά την πρόσληψη τους. Έτσι, απαιτούνται ιδιαίτερα προσόντα, όπως η διδακτική υπηρεσία σε ΔΥΕΠ, κάτι που αποτελεί προνομιακή μεταχείριση όσων συνέβη με τυχαίο τρόπο μέχρι σήμερα να έχουν προσληφθεί στις ΔΥΕΠ. Ακόμη και η κατοχή συγκεκριμένων γλωσσικών γνώσεων σε συνδυασμό με τα προηγούμενα ,οδηγεί σε μια νέα κατηγοριοποίηση μέσα στους κόλπους των αναπληρωτών, κάτι το οποίο αντί να πάμε στους μόνιμους διορισμούς πάμε σε μια ακόμη κατηγοριοποίηση στο εσωτερικό τους.
(Συνέχεια ομιλίας, κ. Θανάση Κικινή, Προέδρου Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (Δ.Ο.Ε.))
Είναι προβληματική, και υπερώα της παραγράφου 2, περί μετακίνησης τους στα όρια της ίδιας περιφερειακής διεύθυνσης, καθώς και η ρύθμιση του άρθρου 75, που οι αρμοδιότητες τοποθέτησής τους ανήκει στους Διευθυντές Πρωτοβάθμιας και όχι στα ΠΥΣΠΕ. Ήταν μια ρύθμιση που είχε μπει σε ένα βαθμό στο ΦΕΚ για τις ΔΥΕΠ, τώρα φεύγει τελείως και πηγαίνουμε στο γενικό κανόνα
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ (Πρόεδρος της Επιτροπής): Κύριε Κικινή, είστε τελείως εκτός χρόνου, θα πάρετε χρόνο στη δευτερολογία σας.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΙΚΙΝΗΣ (Προέδρος Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (Δ.Ο.Ε.)): Θα ήθελα για τις ΔΥΕΠ μια ειδική αναφορά, σε κάποια σημεία. Αν μου δώσετε 1 λεπτό ακόμη, θα σας για πολύ συντομία για την ΔΥΕΠ, ειλικρινά.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΙΚΙΝΗΣ (Πρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (Δ.Ο.Ε.)): Καταρχήν, είχα πει στην πρωτολογία ότι θα ήθελα να πω δύο κουβέντες για τα άρθρα που αναφέρονται στις ΔΙΕΠ και μου είπατε ότι θα τα πω στην δευτερολογία. Επειδή είπα ότι εισάγονται ρυθμίσεις, οι οποίες έχουν μια εξαιρετικά προβληματική κατάσταση.
Δηλαδή, στα άρθρα που αφορούν τις δομές υποδοχής για την εκπαίδευση των προσφυγοπαίδων (71-83), βρίσκονται κατά την άποψή μου καλά κρυμμένες μια σειρά επικίνδυνων ρυθμίσεων για τη δομή της δημόσιας εκπαίδευσης, όπου ανάμεσα σε πολλά άλλα ο Σύλλογος Διδασκόντων υποκαθίσταται από τον υπεύθυνο της ΔΥΕΠ σε ένα σύνολο χωρίς να είναι αυτό καλά ορισμένο με τους διδάσκοντες και τον συντονιστή. Αυτό περιγράφεται στο άρθρο 73, παράγραφος 3 ή και μεμονωμένα από τον κάθε εκπαιδευτικό όπως περιγράφεται στο άρθρο 81, παράγραφος 1.
Διευρύνονται ακόμη περισσότερο τα καθήκοντά των διευθυντών οι οποίοι γίνονται και οι υπόλογοι για πιθανές ατελής ενέργειες των δήμων, αφού απλά από το να ενημερώνουν τους δήμους για τα προβλήματα φτάνουν να δίνουν λόγο για τα προβλήματα αυτά αλλά και κοινωνοί όλων των πρακτικών του συλλόγου διδασκόντων σε διευθυντή εκπαίδευσης ΚΕΣΕΠ στο άρθρο 74, παράγραφοι 4 γ΄, δ΄, ε΄ και θ΄.
Εισάγεται η ύπαρξη παρουσιολογίου, άρθρου 74, παράγραφος 4ζ΄ και του ευέλικτου ωραρίου, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διατύπωση.
Στο άρθρο 77, παράγραφος 3, καθιερώνεται μονοπρόσωπο όργανο με πλήθος εξουσιών ανάμεσά τους και αξιολογική που επιλέγεται επί της ουσίας δίχως να κρίνεται και ενώ ο ρόλος του είναι διοικητικός ο χρόνος υπηρεσίας θεωρείται διδακτικός στο άρθρο 77.
(Συνέχεια ομιλίας κ. ΘΑΝΑΣΗ ΚΙΚΙΝΗ, Προέδρου της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος(ΔΟΕ))
Ενώ από την Επιτροπή επιλογής τους, που είναι όργανο επιλογής, αν θέλουμε να πούμε ότι επιλέγονται, απουσιάζουν αιρετά μέλη. Είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη ρύθμιση σε σχέση με την παρουσία των αιρετών μελών στα συμβούλια επιλογών.Στο άρθρο 78 παράγραφος 4 αναγνωρίζεται η επιμόρφωση εκτός οργανωμένου εκπαιδευτικού πλαισίου. Είναι μία επίσης πολύ επικίνδυνη διατύπωση, κάθε τι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πιθανώς επιμόρφωση εκτός του κεντρικού πλαισίου του ελεγχόμενου, να το αναγνωρίσετε είναι εξαιρετικά προβληματικό.
Στο άρθρο 82 παράγραφος 1 οι υπερεξουσίες του ΣΕΠ φτάνουν και στην έγκριση του ωρολογίου προγράμματος. Αυτά που ειπώθηκαν προηγουμένως.
Πριν πάω κατ’ ουσίαν στις απαντήσεις και επειδή δεν θέλω να είμαι άδικος και ακούστηκε, να πω ότι όντως υπάρχουν θετικές ρυθμίσεις. Για παράδειγμα, η ρύθμιση που μειώνει το ωράριο διευθυντών και υποδιευθυντών, είναι μία θετική ρύθμιση, μόνο που σε ένα καιρό που ο εκπαιδευτικός, ειδικά στην Ελλάδα, το ξέρετε πολύ καλά, είναι ένας με τις περισσότερες ώρες εργαζόμενος στην Ε.Ε., θα έπρεπε να υπάρχει μία ρύθμιση συνολικά για τη μείωση του ωραρίου των εκπαιδευτικών.
Είναι εξαιρετικά σημαντική η ύπαρξη του δεύτερου υποδιευθυντή, δεν το λέω για να απαξιώσω το λέω για να ενισχύσω και να το βάλω παρακάτω, στα σχολεία με πάνω από 270 μαθητές. Να θυμίσω μόνο ότι ήταν δέσμευση η άρση των συγχωνεύσεων των σχολικών μονάδων και τα περισσότερα σχολεία που έχουν 270 μαθητές και άνω είναι αποτέλεσμα αυτών των συγχωνεύσεων.
Επίσης, είναι πολύ θετικό το ότι οι αναπληρωτές με τη ρύθμιση που υπάρχει στο άρθρο 49 μπορούν επιτέλους να πάρουν το επίδομα θέσης, όταν υπηρετούν ως προϊστάμενοι των ολιγοθέσεων σχολείων. Πρέπει όμως να δούμε και το λέω πραγματικά με πολύ προσοχή, τα δικαιώματα των αναπληρωτών συνολικά τόσο συνδικαλιστικά όσο κυρίως σε επίπεδο αδειών, ανατροφής, λοχείας, κυήσεων, τα οποία αποτελούν εξαιρετικό ζήτημα. Να πω ενημερωτικά, δεν το λέμε εμείς το λέει η νομική μας σύμβουλος, που μας το έχει δώσει, ότι η ρήτρα 4 της Οδηγίας 99/70 της Ε.Ε. περί της Αρχής της μη διάκρισης επιβάλει επί της ουσίας, για να μην σας κουράζω με λεπτομέρειες, στη διάθεσή σας τα στοιχεία, τα ίσα δικαιώματα μόνιμων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών. Είναι ένα ζήτημα το οποίο έχει θέσει πάρα πολλές φορές η Διδασκαλική Ομοσπονδία και θεωρούμε ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό. Φυσικά το μεγαλύτερο δικαίωμα θα είναι το δικαίωμα στην πρόσληψη, το οποίο πρέπει να το δούμε στη συνέχεια.
Όσον αφορά στα ερωτήματα, για το αν οι επιλογές για τα κάτω προς τα πάνω είναι το ζήτημα, θεωρούμε ότι όντως οι επιλογές πρέπει να γίνονται με την ανάποδη ακριβώς φορά, θα πρέπει να γίνονται από το κορυφαίο όργανο προς το τελευταίο. Αυτή θα πρέπει να είναι η σωστή σειρά. Όσον αφορά για το αν οι ρυθμίσεις για την αξιολόγηση μας καλύπτει, νομίζω το έχω απαντήσει στην πρώτη φάση. Θεωρούμε ότι είναι σημαντική η κατάργηση του Π.Δ. 152 σε συνδυασμό με την ήδη κατάργηση του ν.4024, όμως μπαίνουν ζητήματα που παραπέμπουν και πάλι σε αξιολογικές διαδικασίες, οι οποίες δεν είναι αυτές που είναι η θέση του κλάδου και οδηγούν και φωτογραφίζουν περιπτώσεις αξιολόγησης χειραγώγησης.
Όσον αφορά με το θέμα των προσλήψεων των αναπληρωτών για εμάς η θέση μας είναι ενιαίες προσλήψεις και όχι ξεχωριστοί πίνακες σε καμία περίπτωση σε συνδυασμό αυτά με τα οποία είπα και για το άρθρο 80. Για το αν οι υποστηρικτικές δομές λειτουργούσαν με αυτονομία και πως θα λειτουργούν, τώρα λειτουργούν υπό κάποια κεντρική καθοδήγηση, όπως ερωτήθηκα από τον κ. Μιχελή. Να πω ότι αυτό που μπαίνει εδώ δεν είναι το θέμα της αυτονομίας ή της κεντρικής καθοδήγησης, δεν είναι θέμα φιλοσοφίας, είναι θέμα υλοποίησης.
Μια σύντομη ματιά στο πως υλοποιείται όλη αυτή η διαδικασία δείχνει ότι όντως θα υπάρχει αδυναμία ανταπόκρισης των σκοπών τους. Δηλαδή να μελετήσουμε την αποστολή τους, να μελετήσουμε τις αρμοδιότητες, τις υποχρεώσεις και συνεργασίες με νέους φορείς που έχουν να αναλάβουν δείχνουν ότι πραγματικά πρόκειται για μια εξαιρετικά συγκεντρωτική δομή μακριά από τις σχολικές μονάδες και αυτό είναι το κυριότερο, που θα αδυνατεί να ανταπεξέλθει στον όγκο αυτών των εργασιών παρά την όποια φιλότιμη προσπάθεια καταβάλουν τα στελέχη. Αυτό θα πρέπει να δούμε. Νομίζω πάρα πολύ σημαντικά φαίνονται και στις ειδικότητες που βρίσκονται στον κάθε τομέα.
Επίσης να πω ότι, επειδή ρωτήθηκα από τον κ. Κωνσταντόπουλο για την αυτοαξιολόγηση και τι σχέση έχει με αυτό το οποίο λέμε, δεν είναι η θέση έτσι ούτε όπως περνάει εδώ η αυτοαξιολόγηση, αυτή η οποία είναι η θέση της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας. Εμείς μιλάμε κάθε φορά για μια διαδικασία, η οποία θα βελτιώνει το εκπαιδευτικό έργο.
Όπως είπα και στην πρωτολογία πολύ εύκολα μετατρέπεται σε αξιολόγηση και μάλιστα εκτός οτιδήποτε επιστημονικού πλαισίου αφού εμπλέκεται το Σχολικό Συμβούλιο που δεν είναι η αρμοδιότητά του, όπου συμμετέχουν γονείς, εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η αρμοδιότητα του Σχολικού Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει τέτοιου είδους εξουσίες. Όσον αφορά την τοπική αυτοδιοίκηση επειδή έγινε και μια αναφορά στην ΚΕΔΕ νομίζω ότι καταλαβαίνετε πάρα πολύ καλά τι λέω.
Επίσης είναι σημαντικό ότι δεν πρόκειται για μία παιδαγωγική ανατροφοδοτική διαδικασία. Εντάσσεται σε ένα πλαίσιο της πολυδιαφημισμένης αυτονομίας στο Σύλλογο Διδασκόντων, αλλά επί της ουσίας η αξιολόγηση από το εξωτερικό αξιολογητή με το ρόλο που παίζει ο συντονιστής εκπαιδευτικού έργου στο κομμάτι της αυτοαξιολόγησης.
(Συνέχεια ομιλίας κ. Θανάση Κικίνη, Προέδρου της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος Δ.Ο.Ε.)
Ολοκληρώνω ότι ναι, μπορεί αυτό που είπε ο συνάδελφος, ο κ. Μυταφίδης, γιατί όλα αυτά τα μέτρα έχουν στόχο την αποκατάσταση του θεσμού του σχολείου και του συλλόγου των διδασκόντων, η άποψή μας είναι στην ενίσχυση του συλλόγου των διδασκόντων και στο ρόλο του. Όμως, είναι άλλο η ενίσχυση με ουσιαστικές αρμοδιότητές και με την ουσιαστική θωράκισή του στη λειτουργία του και άλλο στο να φθάνει, όπως στις περιπτώσεις της ειδικής αγωγής και του πώς γίνονται οι διαγνώσεις και όλα αυτά τα πράγματα και πώς φθάνουν τελικά τα πάντα σε αυτόν, να είναι ο αποδέκτης όλου του βάρους χωρίς να έχει την ουσιαστική στήριξη που είναι το ζητούμενο. Αυτό πρέπει να το δείτε.