Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να ολοκληρώσει την εφαρμογή των προαπαιτούμενων μέχρι το Σαββατοκύριακο της 14ης Ιουνίου, εγκαίρως για να λάβει θετική έκθεση συμμόρφωσης που θα εξετάσει στη συνέχεια το ΕWG, ώστε να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις στο Λουξεμβούργο στις 21 Ιουνίου, σύμφωνα με κοινοτικό αξιωματούχο που ενημέρωσε τον Τύπο σήμερα στις Βρυξέλλες, υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας.
Ο κοινοτικός αξιωματούχος επεσήμανε ότι τη ίδια μέρα η τρόικα θα έχει παράξει μια έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και στην πράξη ο στόχος είναι όχι η ενεργοποίηση του προγράμματος του ΔΝΤ ως αυτοσκοπός, αλλά η δημιουργία ενός βιώσιμου πακέτου για την Ελλάδα. Το λεγόμενο DSA θα είναι ή το ίδιο ή αλληλοεπικαλυπτόμενο και η ουσία βρίσκεται στην αξιοπιστία των μέτρων για το χρέος, με τρόπο ώστε οι αγορές να είναι σε θέση να το συνυπολογίσουν στο ελληνικό αξιόχρεο. Ο ίδιος αξιωματούχος τόνισε ότι σε αυτό το σημείο υπάρχει ήδη συμφωνία πως το ενδεχόμενο να έρθει το 2019 το μέτρο της μείωσης του αφορολόγητου από το 2020 “έχει φύγει οριστικά από το τραπέζι”.
Ο Κοινοτικός αξιωματούχος αναφέρθηκε αναλυτικά στη συμφωνία σε επίπεδο προσωπικού (SLA) μεταξύ Ελλάδας και θεσμών και κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα είναι στο σωστό δρόμο για να πετύχει το 3,5% του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2018 και το 2019, αλλά και τα επόμενα χρόνια με μάλιστα αυξητική τροχιά, καθώς θα κλείνει το κενό της ανάπτυξης και το κενό παραγωγικότητας.
Την ίδια όμως ώρα έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για το γεγονός ότι δεν εκκαθαρίζονται τα ληξιπρόθεσμα με ικανοποιητική ταχύτητα και όγκο. Η σχετική έκθεση αναμένεται στις 4 Ιουνίου και αν δεν είναι ικανοποιητική, μετά τις 15 Ιουνίου το 1 δις της υποδόσης θα επιστρέψει πίσω στο πρόγραμμα και “αυτό θα είναι απογοητευτικό”.
Σε ό,τι αφορά το πλαίσιο της επιτήρησης μετά την 20η Αυγούστου, ο κοινοτικός αξιωματούχος τόνισε ότι “όλες οι χώρες έχουν δεσμεύσεις”, ότι “όλες οι χώρες έχουν στόχους και επιτήρηση” και εξήγησε ότι το πλαίσιο δεν θα μοιάζει με “μνημόνιο”, αλλά δεν θα είναι και λευκή επιταγή.
Ο κοινοτικός αξιωματούχος, αναφερόμενος στο ζήτημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων τόνισε ότι προ το 2009, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις οδηγούσαν σε κόστος πολύ πέραν της παραγωγικότητας και σε συστημική ανεργία άνω του 10% ακόμα και στις καλές εποχές, οδηγώντας μαθηματικά στην κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας. Σημείωσε ότι η τρόικα εξετάζει αυτή τη στιγμή το πως επιστρέφοντας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, θα πιστοποιηθεί η συλλογικότητα της εκπροσώπησης και το πως το νέο σύστημα δεν θα εγκλωβίζει την οικονομία μόνο σε αυξήσεις. Αναφορικά με τον κατώτατο μισθό, ο καθορισμός του θα μείνει στην κυβέρνηση μετά το τέλος του προγράμματος και ο πρώτος γύρος διαπραγμάτευσης για αυτό θα γίνει τον ερχόμενο Ιανουάριο. Ο αξιωματούχος εκτιμά ότι είναι προφανές ότι θα προκύψουν αυξήσεις, αλλά θα συζητηθεί το πόσο γρήγορα θα συμβεί αυτό. Η Ελλάδα σήμερα είναι ακριβώς στον κοινοτικό μέσο όρο και με ανεργία άνω του 25%, κάποιος θα πρέπει να είναι προσεκτικός.
O κοινοτικός αξιωματούχος αναφερόμενος στα 88 προαπαιτούμενα εξήγησε ότι 10 έχουν νομοθετηθεί, πολλά είναι σε προχωρημένο στάδιο, ενώ 50 απαιτούν νομοθέτηση. Δήλωσε δε ότι αυτά που τον ανησυχούν πιο πολύ είναι αυτά που έχουν να κάνουν με υλοποίηση από τρίτους παράγοντες και αυτά που αφορούν εφαρμοστικές πράξεις. Ως παράδειγμα έφερε τις νέες αντικειμενικές αξίες για τον ΕΝΦΙΑ και τις ιδιωτικοποιήσεις.
Ως βασικές προτεραιότητες για το επόμενο διάστημα έθεσε μεταξύ άλλων την εφαρμογή των μέτρων για την μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (με την άρση του τραπεζικού απορρήτου για τον νόμο Κατσέλη), αλλά και την στελέχωση της ανεξάρτητης αρχής εσόδων, τον διορισμό διευθυντικού προσωπικού στο δημόσιο τομέα και τέλος την βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας.