Τη συνολική αναδιοργάνωση του τομέα της ειδικής αγωγής σχεδιάζει το υπουργείο Υγείας, καθώς σήμερα το τοπίο είναι θολό, τόσο εξαιτίας της ανυπαρξίας μιας σοβαρής επιδημιολογικής μελέτης στον παιδικό πληθυσμό, που θα αποτυπώνει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και τις συνακόλουθες ανάγκες ειδικής θεραπείας και αγωγής, όσο και για τα κενά της νομοθεσίας στις προδιαγραφές λειτουργίας των Μονάδων Παροχής Υπηρεσιών Ειδικής Αγωγής (σήμερα αδειοδοτούνται από το υπουργείο Εμπορίου!).
«Δρομολογείται για πρώτη φορά ένα εθνικό σχέδιο στον χώρο της ειδικής αγωγής -θεραπείας με στόχο την εγγυημένη κάλυψη των πραγματικών αναγκών των παιδιών και των οικογενειών τους» ανέφερε κατά την ομιλία του σε ημερίδα, όπου παρουσιάστηκε το πόρισμα της επιστημονικής επιτροπής για την ειδική αγωγή, ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός.
Όπως είπε «το πολύ υψηλό ποσοστό παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες που καταγράφεται στην Ελλάδα, αναδεικνύει μια “επιδημική τάση” που δεν δικαιολογείται σε καμιά περίπτωση με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Είναι προφανές λοιπόν ότι έχουμε να κάνουμε με υπερδιάγνωση στο φάσμα των μαθησιακών δυσκολιών, του αυτισμού και της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας ΔΕΠΥ)». Πρόσθεσε ότι σε συνδυασμό με το διαχρονικό έλλειμμα δημόσιων δομών παροχής παιδοψυχιατρικών υπηρεσιών στη χώρα, έχει αναπτυχθεί μια νέα ιδιωτική “αγορά” που καλύπτει το κενό και στην πράξη έχει αναλάβει όλες τις προτεινόμενες θεραπείες (λογοθεραπεία, εργοθεραπεία, ψυχοθεραπεία, μαθησιακή στήριξη κλπ). «Η “αγορά” αυτή, όπως σε όλο το υπόλοιπο σύστημα υγείας, δημιουργεί προκλητή ζήτηση, υπερκοστολόγηση και άρα υπερβάλλουσα δαπάνη όχι μόνο για το Δημόσιο αλλά και για τις οικογένειες που επιβαρύνονται με επιπλέον ποσά (συχνά διπλάσια) πέραν αυτών που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ».
Για την κατάσταση που επικρατεί και τις αναγκαίες παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν η συζήτηση ξεκίνησε πριν από 1,5 χρόνο και στην ειδική επιστημονική επιτροπή που συγκροτήθηκε, υπό την προεδρία του καθηγητή Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, παιδοψυχίατρου, Δημήτρη Αναγνωστόπουλου, συμμετείχαν όλοι οι κλάδοι που ασχολούνται με την ειδική αγωγή.
Έργο της επιτροπής, μεταξύ άλλων η διαμόρφωση πλαισίου για τις συμβάσεις των ειδικών θεραπευτών με τον ΕΟΠΥΥ, η διαμόρφωση προτάσεων για το νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις λειτουργίας των Κέντρων Ειδικής Αγωγής, η αποτύπωση των πραγματικών αναγκών σε όλο το φάσμα της ειδικής αγωγής, η υιοθέτηση επιστημονικά τεκμηριωμένων θεραπευτικών πρωτοκόλλων, η διαμόρφωση πρότασης προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ για την ειδική αγωγή.
Στόχος είναι η διαμόρφωση ενός ρεαλιστικού χάρτη νοσηρότητας και θεραπείας, ανέφερε κατά την ομιλία του ο Αργύρης Ντινόπουλος, παιδονευρολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, ενώ ο κ. Αναγνωστόπουλος έκανε λόγο για την ανάγκη διαμόρφωσης ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου στον τομέα της ειδικής αγωγής, τονίζοντας ότι «δεν είναι δυνατόν να παρέχονται υπηρεσίες υγείας εκτός υπουργείου». Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος του ΕΟΠΥΥ, Παναγιώτης Γεωργακόπουλος, ανέφερε ότι «μπαίνουν τα θεμέλια για τον καθορισμό κάθε νοσήματος, πόσες και ποιες θεραπείες είναι αναγκαίες».
Τι περιλαμβάνει το πόρισμα
Σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας, το πόρισμα της επιστημονικής επιτροπής, κινείται στην κατεύθυνση να τεθούν επιτέλους επιστημονικά κριτήρια και κατευθυντήριες οδηγίες, να υπάρξουν προδιαγραφές λειτουργίας των Κέντρων Παροχής Ειδικής Θεραπείας, να ενισχυθούν οι δημόσιες δομές και να επιταχυνθεί η διαδικασία έκδοσης της αρχικής γνωμάτευσης , να δημιουργηθεί ένας σοβαρός μηχανισμός ελέγχου της ποιότητας της φροντίδας και ορθολογικότερης διαχείρισης των πόρων του ΕΟΠΥΥ.
Ειδικότερα:
– Αναγνωρίζει τον ενιαίο και διεπιστημονικό χαρακτήρα της ειδικής αγωγής- θεραπείας και οριοθετεί τις διαδικασίες παροχής των αντίστοιχων υπηρεσιών
– Προσδιορίζει τις ιατρικές ειδικότητες που συνταγογραφούν και τις αντίστοιχες των ειδικών θεραπευτών που εκτελούν τις αναγκαίες θεραπείες.
– Εξομοιώνει τους εξειδικευμένους γιατρούς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ως προς τη δυνατότητα συνταγογράφησης των θεραπειών, διευκολύνοντας έτσι τους γονείς στην ελεύθερη επιλογή, αλλά και στην έγκαιρη διάγνωση και έναρξη της κατάλληλης αγωγής.
– Συγκροτεί για πρώτη φορά θεραπευτικά πρωτόκολλα και προδιαγράφει όλες τις ενδεικνυόμενες θεραπείες με βάση τις νοσολογικές κατηγορίες και τις διαγνώσεις και ανάλογα με τη βαρύτητα κάθε περίπτωσης.
– Προβλέπει τα ηλικιακά όρια, το εύρος και τη διάρκεια των ειδικών θεραπειών, την ανάγκη για συνέχεια της φροντίδας από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή καθώς και την ανάγκη διαρκούς αξιολόγησης της παρεχόμενης φροντίδας.
– Προβλέπει την ηλεκτρονική συνταγογράφηση για όλες τις θεραπείες και τη διασύνδεση της με τον Ατομικό Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας του παιδιού, που αυτή την περίοδο αρχίζει να εφαρμόζεται στην ΠΦΥ.
– Προτείνει την εισαγωγή του συστήματος αξιολόγησης ICF του Διεθνούς Οργανισμού Υγείας για την κατηγοριοποίηση και ταξινόμηση των νοσολογικών οντοτήτων, καθώς και τη δημιουργία μόνιμης επιτροπής του υπουργείου Υγείας για τη συστηματική παρακολούθηση των θεμάτων και την εισήγηση βελτιωτικών αλλαγών στο θεσμικό πλαίσιο
– Τέλος, εισηγείται τη χρηματοδότηση επιδημιολογικής έρευνας για καταγραφή και τεκμηρίωση των αναγκών του πληθυσμού (έως 18 ετών ) στην παροχή υπηρεσιών εδικής αγωγής και ψυχικής υγείας
Όπως είπε ο υπουργός Υγείας, ταυτόχρονα το πόρισμα αποτελεί ένα ικανοποιητικό πλαίσιο για τη σύναψη συλλογικής σύμβασης μεταξύ του ΕΟΠΥΥ και των ειδικών γιατρών-θεραπευτών , με την οποία θα διασφαλίζεται η επαρκής χρηματοδότηση από τον ΕΟΠΥΥ όλων των ιατρικά αναγκαίων θεραπειών , καθώς και ο έλεγχος των κέντρων και της ποιότητας της φροντίδας.
«Το συμφέρον των παιδιών, των οικογενειών τους, των γιατρών και των ειδικών θεραπευτών που κάνουν με αξιοπρέπεια τη δουλειά τους, είναι να υλοποιηθεί γρήγορα αυτό το Εθνικό Σχέδιο για την Ειδική Αγωγή – Ειδική Θεραπεία και να εφαρμοστεί ένα σύγχρονο πλαίσιο συμβάσεων του ΕΟΠΥΥ, με ιδιώτες παρόχους, παράλληλα με τη συνεχή προσπάθεια αναβάθμισης των δημόσιων δομών» σημείωσε.
Το πόρισμα της επιτροπής όπως είπε ο κ. Αναγνωστόπουλος, απερρίφθη από τους συλλόγους λογοθεραπευτών και εργοθεραπευτών, οι οποίοι σημειώνεται, είχαν αντιδράσει έντονα και στην σύναψη συμβάσεων με τον ΕΟΠΥΥ.