Ἀνέγνωσα τό ἄρθρο-γνώμη «Θεοκρατία ἤ Δημοκρατία» τοῦ Ἐλλογιμωτάτου κ. Γεωργίου Σωτηρέλη, Καθηγ. Συνταγματικοῦ Δικαίου, στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, πού ἀφορᾶ στήν πρόσφατη Ἀπόφαση 660/2018 τοῦ ΣτΕ, ἡ ὁποία ἔκρινε κατόπιν αἰτήσεως ἀκυρώσεως πού ὑπέβαλα γιά τό νέο πρόγραμμα Θρησκευτικῶν σπουδῶν, στήν Πρωτοβάθμια καί Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση.
Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ – Τα Νέα
Ἐπειδή ἤμουν διάδικος στήν συγκεκριμένη ὑπόθεση ἐπιτρέψατέ μου μέ πολύ σεβασμό καί ἐκτίμηση καί στήν ἔγκριτη Ἐφημερίδα Σας ἀλλά καί στόν ἀξιόλογο ἀρθρογράφο Σας νά ἐκφράσω τήν διαμαρτυρία μου διά τήν οὐσιαστική ἀποσιώπιση τῶν βασικῶν ἀκυρωτικῶν λόγων τῆς ἀποφάσεως τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ.
Εἶναι θλιβερό καί ἐνδεικτικό τῶν πεισιθανάτων καιρῶν μας νά ἀποκρύπτεται ἡ ἀλήθεια καί ἡ πραγματικότης γιά νά «δικαιωθοῦν» οἱ ὅποιες ἰδεοληψίες μας, διότι πῶς ἀλλιῶς μπορεῖ κανείς νά αἰτιολογήση τό ἄρθρο τοῦ Ἐλλογ. κ. Καθηγητοῦ εἰδικοῦ ἐπιστήμονος τοῦ Συνταγματικοῦ Δικαίου, ὅταν μελετώντας τό αἰτιολογικό μέρος τῆς δημοσιευθείσης Ἀπόφασης τῆς Ὁλομελείας, πού ἐξεδόθη μέ συντριπτική πλειονοψηφία 20 ἔναντι 5 ἀντιλαμβάνεται εὐχερέστατα ὅτι ἡ βάση τῆς ἀντισυνταγματικότητος τῶν προσβληθεισῶν Ἀποφάσεων Φίλη, εἶναι ἡ καταστρατήγηση τῆς ἀρχῆς τῆς ἰσότητος καί τῆς ἀρχῆς τῆς ἰσονομίας.
Χαρακτηριστικά ἡ Ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας ἀναφέρει στήν 14η παράγραφό της: «Πέραν δε τούτου, μάλιστα, για ετεροδόξους ή αλλοθρήσκους μαθητάς -ιδίως τους μαθητάς του καθολικού δόγματος ή της εβραϊκής θρησκείας ή της μουσουλμανικής μειονότητος της Δυτικής Θράκης-ο νομοθέτης έχει ρητώς προβλέψει δυνατότητα διδασκαλίας του οικείου δόγματος ή θρησκείας από πρόσωπα προτεινόμενα από την οικεία θρησκευτική κοινότητα, προκειμένου δε περί της μουσουλμανικής μειονότητος από μουσουλμάνο θρησκευτικό λειτουργό (βλ. άρθρα 19 παρ. 1 τουν. 3379/1955, 85 παρ. 4 του ν. 1566/1985, 55 παρ. 5 του ν. 4386/2016 και 7 παρ. 1 του ν. 694/1977)». Καί στήν 15η παράγραφο:
«Επειδή, περαιτέρω,κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη, σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της ισότητος (άρθρο 4 παρ. 1 του Σ/τος) και τις διατάξεις των άρθρων 9 και 14 της ΕΣΔΑ και της παρ. 1 του ΠΠΠ αυτής, το Κράτος δεν μπορεί ρυθμίζοντας το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, να στερήσει από τους μαθητάς που ασπάζονται ορισμένη θρησκεία το δικαίωμα, το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητάς που ανήκουν σε άλλες θρησκείες,να διδάσκονται αποκλειστικά τα δόγματα της πίστεώς των (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών)».
Εἶναι αὐτό πού ἐπισημειώναμε ἀδιαπτώτως καί πού δυστυχῶς δέν ἐλαμβάνετο ὑπ’ ὄψιν ὅτι δηλαδή σέ μία εὐνομούμενη Πολιτεία δέν μπορεῖς νά καταστρατηγεῖς τά δικαιώματα τῆς πλειονοψηφίας καί τήν ἴδια στιγμή νά ἀναγνωρίζεις τά καταστρατηγημένα δικαιώματα τῆς πλειοψηφίας, στίς μειοψηφίες γιατί αὐτό προσβάλλει τόν πυρήνα τῆς Δημοκρατίας, πού εἶναι ἡ ἰσότητα τῶν πολιτῶν ἔναντι τοῦ Νόμου καί ἰδιαίτερα τοῦ θεμελιώδους Νόμου τοῦ Κράτους πού εἶναι τό Σύνταγμα.
Ἀσφαλῶς ὁ Ἐλλογ. ἀρθρογράφος Σας δέν ἀγνοεῖ τήν ἰσχύουσα ἔννομη πραγματικότητα στό συγκεκριμένο ζήτημα καί ἰδιαίτερα τό Νόμο 4386/2016 «Ρυθμίσεις γιά τήν ἔρευνα καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 83/11.5.2016 τ. Α΄), ὅπου στό ἄρθρ. 55 «Ρύθμιση θεμάτων τῆς Γενικῆς Γραμματείας Θρησκευμάτων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων» καί στήν παρ. 5 ἐπικαιροποιήθηκαν τά ἀκόλουθα: «5. Στο άρθρο 16 του Ν. 1771/1988 (Α΄171) προστίθεται νέα παράγραφος 4, ως ακολούθως:
«4. Κατ’ εξαίρεση, εφόσον στα δημόσια δημοτικά σχολεία των με αριθμό 25153/26.2.1957 (Β΄86) και 78871/22.3.1962 (Β΄125) κοινών υπουργικών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δεν υπηρετεί δάσκαλος του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας για την κάλυψη των αναγκών των μαθητών του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας αντίστοιχα, μετά από σχετική εισήγηση των αρμοδίων Περιφερειακών Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είναι δυνατή η πρόσληψη, ανά σχολικό έτος, εκπαιδευτικού εκτός των οικείων πινάκων αναπληρωτών εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών του Καθολικού δόγματος και για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και γλώσσας της Εβραϊκής θρησκείας. Η επιλογή και πρόσληψη του εκπαιδευτικού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση της Ιεράς Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.) και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (Κ.Ι.Σ) αντίστοιχα», καθώς καί τά ὁμοειδῶς ἰσχύοντα γιά τήν Μουσουλμανική μειονότητα μέ τούς Ν. 3379/1955, Ν. 1566/1985, Ν. 4186/2013, Ν. 4264/2014, Ν. 4351/2015.
Ἑπομένως ἡ «χειρότερη στιγμή» τοῦ κ. Σωτηρέλη εἶναι ἡ ἀποσιώπιση τῆς φαλκίδευσης τῆς δημοκρατικῆς ἰσότητος πού ἐπέβαλαν οἱ ἀποφάσεις Φίλη, τήν ὁποία κατέγνωσε ἐκφαντορικά ἡ Ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ, καί ἀσφαλῶς γιά κάθε δημοκράτη οἱ παραπάνω ἀπόψεις μου δέν μποροῦν νά θεωρηθοῦν ὅπως ἐπισημειώνει στό ἄρθρο του καί πού ἀσφαλῶς μέ ἀφοροῦν ἀφοῦ εἶμαι ὁ προσφεύγων στήν ἀκυρωτική δίκη πού διεξήχθη «ἀκραῖες θεοκρατικές ἀντιλήψεις (παρεμφερεῖς μέ αὐτές τῶν φονταμενταλιστῶν τοῦ Ἰσλάμ) πού κυκλοφοροῦν στούς κόλπους τῆς Ἱεραρχίας» γιατί τίθεται στήν ἐγνωσμένη δημοκρατική εὐαισθησία τοῦ κ. Καθηγητοῦ καί κάθε ἀπροκατάληπτου συνέλληνα, τό ἐρώτημα γιατί γιά τούς Μουσουλμάνους, Ἑβραίους καί Ρωμαιοκαθολικούς Ἑλληνόπαιδες νά ἰσχύει ἡ ὑποχρέωση τοῦ Κράτους νά διδάσκονται τό ὁμολογιακό μάθημα τῆς θρησκείας τους, μέ καθηγητές τῆς ἐπιλογῆς τῆς Ρωμαικοκαθολικῆς Ἱεραρχίας, τῶν Μουσουλμανικῶν Μουφτειῶν καί τοῦ Κεντρικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ Συμβουλίου καί γιά τούς Ὀρθόδοξους Ἑλληνόπαιδες νά τούς ἐπιβάλεται μέσῳ τῆς θρησκειολογίας, ἡ θρησκευτική σύγχυση καί ὁ προσηλυτισμός στήν ἐκκοσμίκευση καί τόν συγκρητισμό; Ἑπομένως ἡ Ὁλομέλεια τοῦ ΣτΕ ὀρθῶς ἔκρινε ἐπί τῇ βάσει τοῦ Συντάγματος καί τῶν, παγκοσμίως ἰσχυουσῶν στά κράτη δικαίου, ἀρχῶν τῆς ἰσότητος καί τῆς ἰσονομίας.