Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά πρόσωπα της Καινής Διαθήκης είναι, αναμφισβήτητα, ο Λάζαρος, ο οποίος – κατά τα Ευαγγέλια – υπήρξε μαθητής και φίλος του Ιησού. Ο Λάζαρος ζούσε στη Βηθανία, κοντά στα Ιεροσόλυμα, μαζί με τις αδελφές του Μάρθα και Μαρία και στο σπίτι του είχε επανειλημμένα φιλοξενήσει τον Ιησού. Κάποια μέρα όμως αρρώστησε βαριά και πέθανε.
Η ιστορία είναι τόσο γνωστή, που δεν χρειάζεται να μπούμε σε λεπτομέρειες: Ο Ιησούς τον ανέστησε τέσσερις μέρες μετά τον θάνατό του αφήνοντας έκθαμβο το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί γύρω από τον τάφο και ταυτόχρονα προκαλώντας την οργή των αρχιερέων. Οι τελευταίοι μάλιστα έβαλαν στόχο, εκτός από τον Ιησού, να θανατώσουν και τον Λάζαρο, ο οποίος «ηγέρθη εκ νεκρών» προαναγγέλοντας την ανάσταση του Κυρίου.
Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο, επίσκοπο Κωνσταντίας της Κύπρου (367-403), ο επονομαζόμενος Δίκαιος και Τετραήμερος Λάζαρος όταν αναστήθηκε ήταν 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια μετά τη θαυματουργή επαναφορά του στη ζωή από τον Ιησού.
Από τα Ιεροσόλυμα στην Κύπρο
Η παράδοση αναφέρει ότι, θέλοντας να αποφύγει τη δίωξη από τους αρχιερείς, κατέφυγε στο Κίτιο της Κύπρου γύρω στο 33 μ.Χ. Εκεί τον συνάντησαν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας, όταν μετέβαιναν από τη Σαλαμίνα στην Πάφο, και τον χειροτόνησαν ως πρώτο επίσκοπο Κιτίου – της Εκκλησίας που ίδρυσε ο ίδιος.
Κατά την παράδοση, ο Λάζαρος ήταν σκυθρωπός και αγέλαστος σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και αυτό – όπως πιστεύεται – οφειλόταν στα όσα είχε δει κατά την τετραήμερη παραμονή του στον Άδη. Λέγεται ότι γέλασε μόνο μία φορά, όταν είδε κάποιον να κλέβει ένα πήλινο αγγείο. Μάλιστα σχολίασε το γεγονός αποφθεγματικά λέγοντας ότι: «Το ένα χώμα κλέβει το άλλο».
Από την Κύπρο στην Κωνσταντινούπολη
Ο Λάζαρος απεβίωσε σε ηλικία 60 χρόνων και τάφηκε στην Κύπρο. Ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι το 890 μ.Χ. ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Λέων Στ΄ ο Σοφός βρήκε το λείψανό του και το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη τοποθετώντας το σε ασημένια θήκη μέσα στον ναό που χτίστηκε προς τιμήν του στην πόλη.