ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ  – ΚΕΛΛΑΣ ΚΑΜΙΑ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΣΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

«Δεν ενισχύετε την τεχνολογική εκπαίδευση αλλά τη συρρικνώνετε… Ο σχεδιασμός σας δεν περιλαμβάνει κανένα στοιχείο, που να συνδέει την ανώτατη εκπαίδευση με την αγορά εργασίας και την οικονομία».
Με την ανωτέρω τοποθέτηση ξεκίνησε την ομιλία του από το βήμα της ολομέλειας της Βουλής, ο αν. Τομεάρχης Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων της ΝΔ, Βουλευτής Ν. Λάρισας, Χρήστος Κέλλας, στο πλαίσιο της συζήτησης και ψήφισης του νομοσχεδίου για την “Ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και Λοιπές Διατάξεις”.
Ο Λαρισαίος πολιτικός επισήμανε πως “η οργάνωση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής είναι πρόχειρη, χωρίς πρόγραμμα, χωρίς χρηματοδοτικά εχέγγυα και χωρίς εναρμόνιση των επιστημονικών αντικειμένων”.
Ειδικότερα, ανέφερε ως παράδειγμα το Τμήμα Βιοϊατρικών Επιστημών, στο οποίο συγχωνεύονται πέντε τμήματα (Ιατρικά Εργαστήρια, Ακτινολογία και Ακτινοθεραπεία, Αισθητική και Κοσμετολογία, Οπτική και Οπτομετρία και Οδοντοτεχνία) μετεξελισσόμενα σε κατευθύνσεις.
Όπως υπογράμμισε σχετικά ο κ. Κέλλας, “το Τμήμα Ακτινολογίας-Ακτινοθεραπείας είναι το μοναδικό στην ελληνική επικράτεια που καλύπτει όλα τα αντικείμενα (Ιατρικών Απεικονίσεων, Πυρηνικής Ιατρικής, Ακτινοθεραπείας), είναι αυτοδύναμο σύμφωνα με τον νόμο και έχει ευρύτατη αναγνώριση από 46 τουλάχιστον πανεπιστήμια της Ε.Ε.”, τονίζοντας “την αδήριτη ανάγκη για την αυτοδυναμία του συγκεκριμένου τμήματος στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής καθώς και για αυτό των Ιατρικών Εργαστηρίων”.
Περαιτέρω, ο Βουλευτής Λαρίσης τόνισε ότι αναφύονται μία σειρά από ζητήματα για τους πτυχιούχους των ΤΕΙ και τις οικογένειές τους, “αφού δεν διασφαλίζονται τα επαγγελματικά τους δικαιώματα και, κατ’ επέκταση, η θέση τους στην αγορά εργασίας, καθώς και για τους εν ενεργεία φοιτητές, εκ των οποίων όσοι φοιτούν σε μεταπτυχιακό, όσοι έχουν υπερβεί τον προβλεπόμενο χρόνο φοίτησης και όσοι επιθυμούν να συνεχίσουν το πρόγραμμα σπουδών των ΤΕΙ, θα λάβουν πτυχία ΤΕΙ εντός του νέου ΑΕΙ, δημιουργώντας φοιτητές δύο κατηγοριών και επαγγελματίες δύο ταχυτήτων”.
Επιπλεόν, ο κ. Κέλλας αναφέρθηκε στη γενικότερη τάση της κυβέρνησης, που είναι “η αποδυνάμωση της τεχνολογικής εκπαίδευσης στη χώρα, δια των ανακατατάξεων των τμημάτων ΤΕΙ σε σχολές και ιδρύματα και τη γενικότερη διαβούλευση για τις συγχωνεύσεις τους σε νέα ΑΕΙ”.
Συγκεκριμένα, δήλωσε ότι “η ΝΔ στηρίζει την ανώτατη εκπαίδευση στη χώρα και πως θα στηρίξει την τεχνολογική εκπαίδευση προς την μετεξέλιξή της σε πανεπιστημιακή εκπαίδευση εφαρμοσμένων επιστημών, αφού καταγράφει υψηλότερα ποσοστά απορροφητικότητας στην αγορά εργασίας και ενισχύεται σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο”.
Παράλληλα, ο αν. Τομεάρχης Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων της ΝΔ, αναφέρθηκε στο ζήτημα των μετεγγραφών, ζητώντας στήριξη για όλες τις ελληνικές οικογένειες και κυρίως για τους πολυτέκνους και τριτέκνους, ώστε να επιστρέψουν στο παλαιότερο καθεστώς των ελεύθερων μετεγγραφών, “για να μπορούν να μετεγγράφονται στην αντίστοιχη Σχολή ΑΕΙ ή ΤΕΙ, η οποία είναι πλησιέστερη στον τόπο κατοικίας τους ή εκεί που φοιτά ο αδελφός ή αδελφή, στο αντίστοιχο έτος’’.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κέλλας αναφέρθηκε και στο ζήτημα της άδικης μεταχείρισης των ΔΕ Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού, ζητώντας την αποκατάστασή τους σε ΤΕ Ειδικού Βοηθητικού Εκπαιδευτικού προσωπικού σύμφωνα με το ισχύον κλαδολόγιο, ενώ σημείωσε ότι “η αύξηση του ποσοστού του 5% της πρόσβασης των αποφοίτων ΕΠΑΛ στην ανώτατη εκπαίδευση δεν επαρκεί για τους υποψηφίους, αφού οι θέσεις των ΤΕΙ θα περιοριστούν έτι περαιτέρω με βάση τις προωθούμενες αλλαγές”.
Κλείνοντας την ομιλία του, επισήμανε προς τον αρμόδιο υπουργό και την κυβέρνηση, ότι “η ΝΔ θα κάνει την υπέρβαση και θα συναινέσει στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, αφού η παιδεία αποτελεί τη μεγαλύτερη επένδυση για το μέλλον της χώρας και για τη νέα γενιά και πως χρειάζεται ‘’όραμα και έργο’’ για το μέλλον της πατρίδας”, ζητώντας ωστόσο και από την κυβέρνηση να παραμερίσει πολιτικές σκοπιμότητες και να κάνει από πλευράς της το ίδιο “όχι μόνο στην παιδεία, αλλά και σε όλους τους τομείς της δημόσιας πολιτικής, στους οποίους διακυβεύονται ζωτικά εθνικά συμφέροντα’’.