Στην πρόβλεψη για την δημιουργία νέας ειδικής υπηρεσίας κατά του οικονομικού εγκλήματος, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση κατά την τοποθέτησή της επί του πολυνομοσχεδίου, η υφυπουργός Οικονομικών, Κατερίνα Παπανάτσιου, η οποία τόνισε ότι η Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος στοχεύει στην συγκέντρωση υποθέσεων υψηλής φοροδιαφυγής σε μια υπηρεσία κάτω από την εποπτεία του εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος.
Όπως υπογράμμισε, η Διεύθυνση αυτή, θα αποτελέσει παράγοντα στο στόχο της φορολογικής συμμόρφωσης και της καταπολέμησης του οικονομικού εγκλήματος ενώ παράλληλα αποσυμφορείται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων από μεγάλο όγκο εισαγγελικών υποθέσεων.
Οι 135 ελεγκτές, που θα προσληφθούν, θα έχουν την ιδιότητα του προανακριτικού υπαλλήλου και με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται η πρόσβασή τους σε όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την επιτυχή ολοκλήρωση του έργου τους, εξήγησε η κ. Παπανάτσιου, ενώ σημείωσε ότι προβλέπεται η συνδρομή των λοιπών ελεγκτικών σωμάτων στην νέα υπηρεσία και οι προϋποθέσεις συνεργασίας της με διοικητικές δικαστικές και εισαγγελικές αρχές.
Σε άλλα άρθρα του νομοσχεδίου μεταφέρονται διατάξεις που αφορούν το φορολογικό μητρώο στον κώδικα φορολογικών διαδικασιών και δίνεται πλέον η δυνατότητα στην φορολογική διοίκηση να απενεργοποιεί ή να περιορίζει το ΑΦΜ επιχειρήσεων που εμπλέκονται σε αδικήματα φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής. Επιπλέον, προβλέπεται η παροχή εγγύησης χρηματικού ποσού τουλάχιστον 15.000 ευρώ για την επανενεργοποίηση του ΑΦΜ που έχουν μπλοκαριστεί εξαιτίας της εμπλοκής τους σε αδικήματα, κατόπιν ελέγχου σε βάθος πενταετίας.