Την ανησυχία ότι η έλλειψη ρευστότητας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων -λόγω της δυσβάσταχτης φορολογίας και της χαριστικής βολής που δόθηκε μέσω του ασφαλιστικού- κινδυνεύει να ακυρώσει τις όποιες θετικές διατάξεις του πολυνομοσχεδίου, στον τομέα των φορολογικών, επισήμανε ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Κωνσταντίνος Κόλλιας, μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Ο κ. Κόλλιας επισήμανε τη δυσκολία διατύπωσης ολοκληρωμένων απόψεων επί του νομοσχεδίου, δεδομένων των στενών χρονικών περιθωρίων που δόθηκαν στους φορείς και αναφέρθηκε στα άρθρα με φορολογικό περιεχόμενο:
«Με το άρθρο 353 ενσωματώνονται στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος υφιστάμενες διατάξεις, που αφορούν σε φορολογικά κίνητρα ευρεσιτεχνίας επιχειρήσεων και κεφαλαιοποίησης αφορολογήτων αποθεματικών, διαφόρων αναπτυξιακών νόμων, με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές.
Οι συνέπειες των προτεινόμενων ρυθμίσεων αναμένονται θετικές, καθώς με την νομοτεχνική αυτή βελτίωση, οι διατάξεις για τα φορολογικά κίνητρα ευρεσιτεχνίας και κεφαλαιοποίησης αφορολόγητων αποθεματικών εντάσσονται πλέον σε ένα νομοθέτημα.
Και με το άρθρο 354, στο πλαίσιο της εξυγίανσης του προϋπολογισμού στο σκέλος των δαπανών, καταργούνται διάφορες διατάξεις φορολογικών κινήτρων, οι οποίες ως επί το πλείστον ήταν μη ενεργές ή εξαιρετικά περιορισμένης χρησιμότητας.
Με τα άρθρα 355 και 356 συμπληρώνονται οι διατάξεις των άρθρων 10 και 11 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ, Ν. 4174/2013) σχετικά με την εγγραφή στο φορολογικό μητρώο και την απόδοση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου.
Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, ενσωματώνονται διαδικαστικού χαρακτήρα διατάξεις του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ.
Οι διατάξεις των ανωτέρω άρθρων θεωρούμε ότι κινούνται στο πλαίσιο εναρμόνισης και ενιαίας αντιμετώπισης, σχετικά με τον αριθμό φορολογικού μητρώου και αναφέρονται στο ίδιο θέμα ώστε να μην υπάρχει επικάλυψη διατάξεων σε διαφορετικά φορολογικά αντικείμενα.
Με το άρθρο 381 γίνεται η σύσταση της Διεύθυνσης Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος, μέσω της οποίας προτείνουμε να προχωρήσει ταχύτερα ο έλεγχος που πρέπει να γίνει στις διάφορες λίστες που ακούγονται κατά καιρούς και για λόγους που σχετίζονται με τον μεγάλο φόρτο εργασίας, δεν μπορούσε να διεξάγει το υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ.
Οι διατάξεις του άρθρου 397, με τις οποίες τροποποιούνται τα άρθρα 18 και 19 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ, Ν. 4174/2013), κινούνται σε θετική κατεύθυνση και τροποποιούν διατάξεις σχετικά με τον χρόνο υποβολής εκπρόθεσμων, αρχικών και τροποποιητικών, δηλώσεων και τα επιβαλλόμενα πρόστιμα.
Ειδικότερα, ορίζεται ότι εάν η εκπρόθεσμη, αρχική ή τροποποιητική, φορολογική δήλωση υποβληθεί μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου και εφόσον προκύπτει ποσό φόρου προς καταβολή, επιβάλλεται επί του ποσού αυτού πρόστιμο έως 50% του ποσού του φόρου που προκύπτει.
Παράλληλα, προβλέπεται ότι εφόσον η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός 30 ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το επιβληθέν πρόστιμο περιορίζεται στο 60% του αρχικώς προσδιορισθέντος.
Ασφαλώς, εδώ το υπουργείο Οικονομικών υιοθέτησε την απόφαση 1364/2017 του Συμβουλίου της Επικρατείας και ορθά τροποποίησε τις εν λόγω διατάξεις.
Τέλος, με το άρθρο 398, αφενός μεν συμπληρώνεται η παράγραφος 18 του άρθρου 72 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, με τη δυνατότητα που δίνεται για εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, αντί των πρόσθετων φόρων του Ν 2523/1997, όταν είναι ευνοϊκότερες οι διατάξεις και αφετέρου προβλέπεται η μείωση των προστίμων ή πρόσθετων φόρων του άρθρου 1 του Ν. 2523/1997 κατά 60% σε περίπτωση εξόφλησης των οφειλών εντός τριάντα ημερών».