Οι νεοαναδυόμενες ψηφιακές εποχές μεταβάλλουν πολλά χαρακτηριστικά των σύγχρονων πολιτισμών και ιδιαίτερα στα πεδία της επικοινωνίας και της ψυχαγωγίας. Αναθεωρούν το πολιτισμικό στερέωμα της ανθρωπότητας. Μετασχηματίζουν επίσης τόσο το τοπίο της γραφής όσο και εκείνο του διαβάσματος. Και να γιατί.
Του Νίκου Τσούλια
Κατ’ αρχήν αλλάζει το περιεχόμενο του διαβάσματος. Η ψηφιοποίηση του προς ανάγνωση υλικού μετασχηματίζει και την ποιότητα των αναγνωσμάτων. Διαβάζονται όλο και πιο πολύ εκείνα τα βιβλία, εκείνη η αρθρογραφία που διαχέεται καλύτερα στον κόσμο του διαδικτύου. Τα κλασικά βιβλία και κείμενα ναι μεν προσφέρονται και αυτά πιο εύκολα τώρα από ό,τι παλιότερα, αλλά σήμερα δεν υπάρχει εκείνη η βούληση και η διαθεσιμότητα για το διάβασμά τους που υπήρχε παλιότερα, γιατί και το διάβασμα συνολικά έχει υποταχθεί σε σημαντικό βαθμό στα κελεύσματα της χρησιμοθηρικής γνώσης, της γνώσης που ευαγγελίζεται η αγορά εργασίας και η κρατούσα υποκουλτούρα της εμπορευματοποίησης των πάντων. Τώρα επικυριαρχούν τα εύκολα διαβάσματα, τα αναγνωστικά αντικείμενα που απλώς πληροφορούν. Τα στοχαστικά κείμενα, τα φιλοσοφικά κείμενα, τα έγκυρα επιστημονικά κείμενα αναλογικά γίνονται όλο και πιο λίγα σχετικά με τον μεγάλο όγκο της ανούσιας πληροφοριόσφαιρας. Η κλασική παιδεία συρρικνώνεται με αποτέλεσμα την απομείωση της πνευματικής καλλιέργειας και της μορφωτικής δυνατότητας του σύγχρονου πολίτη.
Αλλάζει ακόμα ο τρόπος του διαβάσματος. Η πληθώρα της προς διάβασμα ύλης επιβάλλει οικονομία χρόνου, επιβάλλει το γρήγορο διάβασμα – δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αναπτύσσονται όλο και περισσότερες τεχνικές για αυτού του τύπου διάβασμα -, τη διαγώνια σάρωση της σελίδας, την ταχεία οπτική επαφή χωρίς να διατίθεται ο ανάλογος χρόνος για τη σχετική αφομοίωση του μελετούμενου κειμένου και πολύ περισσότερο για τη στοχαστική και αναστοχαστική προσέγγισή του. Η πληροφοριακή πλημμυρίδα θέτει το όλο ζήτημα επιτακτικά: ή διαβάζεις με έναν ρυθμό επιτάχυνσης, έναν ρυθμό καθαρά εργαλειακό ή μένεις πίσω από τα γεγονότα!
Το τρίτο σημείο αφορά το χρόνο του διαβάσματος. Εδώ η εξέλιξη έχει απόλυτα θετικό προσανατολισμό. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι διαβάζουν όλο και πιο πολύ. Διαβάζουν μηνύματα, τιτιβίσματα, σχόλια, ιστοσελίδες και μπλόγκς, διαβάζουν ειδήσεις από κάθε γωνιά της Γης, διαβάζουν τους στίχους όποιου τραγουδιού θέλουν, διαβάζουν e – mails, διαβάζουν ατέλειωτα σκουπίδια, ό,τι βρεθεί «προ οφθαλμών τους». Αλλά ενώ αυξάνει σημαντικά ο χρόνος του διαβάσματος, δεν τροφοδοτείται ο εκπαιδευτικός και μορφωτικός χαρακτήρας του σύγχρονου πολίτη, ακριβώς γιατί αυξάνει ο συνολικός όγκος της προς διάβασμα εκείνης της ύλης – που όπως προαναφέρθηκε – είναι διαρκώς μετατοπισμένη προς τα ανούσιο περιεχόμενο.
Το τέταρτο σημείο του θέματός μας αφορά την τεχνική όψη του διαβάσματος. Η προϊούσα αύξηση του ψηφιακού βιβλίου αλλάζει και το σκηνικό του διαβάσματος. Τώρα μπορείς να διαβάζεις όπου βρίσκεσαι, μπορεί να έχεις ανά πάσα στιγμή στα χέρια σου σχεδόν κάθε βιβλίο που επιθυμείς, μπορείς να διαβάζεις όπου θέλεις ακόμα και στην πιο σκοτεινή περιοχή αφού η φωτεινή οθόνη του τάμπλετ αίρει τους σχετικούς περιορισμούς.
Συμπερασματικά, και λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω στοιχεία – και προφανώς και άλλα που δεν προσεγγίστηκαν –, είναι αυτονόητο ότι αλλάζει πλέον και η συνολική κουλτούρα του διαβάσματος, το ίδιο το πορτρέτο του αναγνώστη και μελετητή. Άλλο ήταν το είδωλο του αναγνώστη στη διάρκεια του Μεσαίωνα, άλλο στη διάρκεια της Βιομηχανικής εποχής και άλλο είδωλο θα είναι στην εποχή της πληροφορίας και των νέων τεχνολογιών.
Τίθεται, λοιπόν, το όλο ζήτημα της σχέσης μας με το διάβασμα και το βιβλίο σε νέα βάση. Ως εκ τούτου απαιτείται μια στρατηγικού χαρακτήρα πολιτική γα τη σχέση αυτή, γιατί είναι σχέση που καθορίζει σε σημαντικό βαθμό το μέλλον των σημερινών κοινωνιών και τις δυνατότητες των σύγχρονων εθνών και κρατών. Η χώρα μας προς το παρόν καταργεί το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου και δεν φαίνεται να την απασχολεί ζωηρά το όλο θέμα. Και φυσικά πριν από όλους τους θεσμούς το σχολείο οφείλει να είναι το πρώτο πεδίο στο οποίο θα τεθούν τα θεμέλια της διαβίου σχέσης μας με το διάβασμα, της ουσιαστικής και ερωτικής σχέσης μας με τη γνώση και τη μάθηση.
Στη γειτονική Βουλγαρία αναπτύσσονται με ιδιαίτερη επιμέλεια οι σχετικές πολιτικές. Ας δούμε μια προσέγγιση από μια ερευνήτρια του σχετικού θέματος. «Μόνο με τα βιβλία μπορούμε να αποκτήσουμε μια σαφή εικόνα για τον κόσμο, για την ιστορία, για τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας, να αναζητούμε την αλήθεια και να αναπτύσσουμε την φαντασία μας… Αν σταματήσουμε να αναζητούμε την αλήθεια, μια μέρα μπορούμε να ξυπνήσουμε σε μια χώρα όπου όλα περιστρέφονται γύρω από το επόμενο ριάλιτι σόου… Γι’ αυτό αποφασίσαμε να θέσουμε επί τάπητος το θέμα για το διάβασμα ανάμεσα στους νέους, να κάνουμε συζήτηση και να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον των νέων για τα βιβλία».
Οι νέες τεχνολογίες και ο ψηφιακός κόσμος είναι πλέον κομμάτι της πραγματικότητας, σημαντικό κομμάτι της ζωής μας. Στον σύγχρονο πολίτη εναπόκειται στο να τους δώσει το πιο ορθολογικό περιεχόμενο, τον πιο σωστό προσανατολισμό με την αξιολογημένη σωστά χρήση τους. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει – κατά τη γνώμη μου – ισχυρή βασική / γενική παιδεία, κριτική σκέψη για να μπορούμε να αξιολογούμε τα πάντα γύρω μας και άποψη για τη ζωή, για το περιεχόμενό της και τους σκοπούς της