Τις προηγούμενες ημέρες δόθηκε ακόμη μία μάχη για την ιδιωτική εκπαίδευση, με επίδικο την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας για όσους δάσκαλους και καθηγητές ασκούν το λειτούργημά τους στα ιδιωτικά σχολεία. Για ακόμη μια φορά, δύο κόσμοι βρέθηκαν αντιμέτωποι από τη μία αυτοί που οραματίζονται σχολεία – επιχειρήσεις, από την άλλη εκείνοι που διεκδικούν τους όρους που θα τους επιτρέψουν να ασκούν χωρίς περιορισμούς το εκπαιδευτικό τους έργο.
Μήνες πριν έρθει το πολυνομοσχέδιο στη Βουλή, οι θεσμοί ξεκίνησαν μια συστηματική αμφισβήτηση όλων όσων είχαν συζητηθεί και -θεωρήθηκαν ότι- είχαν λήξει στον χώρο της Παιδείας. Χαρακτηριστικά, η ενδιάμεση έκθεση του ΟΟΣΑ για την εικόνα του εκπαιδευτικού συστήματος τα χρόνια της κρίσης δεν παρουσιάστηκε ποτέ, όπως είχε συμφωνηθεί. Παρ’ όλο που οι θεσμοί έχουν πληρώσει 380.000 ευρώ για την όλη μελέτη, αμφισβήτησαν τον τρόπο που είχε συμφωνηθεί να γίνει. Κάπως έτσι άνοιξε εκ νέου ο φάκελος της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Ο «Νόμος Φίλη»
Το καλοκαίρι του 2016 ο Ν. 4415, γνωστός ως «Νόμος Φίλη» επανέφερε τις εργασιακές σχέσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο υπουργείο Παιδείας, καθώς με ευθύνη των ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. είχαν από το 2013-2014 υπαχθεί στο υπουργείο Εργασίας. Για χρόνια κανένα πλαίσιο δεν είχε σταματήσει τους σχολάρχες μπροστά στη «γλύκα» της ανομίας πατώντας πάνω σε ένα απορρυθμισμένο εργασιακό καθεστώς. Πολλά ιδιωτικά σχολεία λειτουργούσαν και λειτουργούν χωρίς άδεια, δεν εξασφάλιζαν αξιοπρεπείς συνθήκες διδασκαλίας, πόσω μάλλον αξιοπρεπείς εργασιακές σχέσεις.
Απέναντι στο καθεστώς αυτό, και ύστερα από διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, ο Ν. 4415/2016 ήρθε να ορίσει πλήρες ωράριο και αποζημιώσεις για τους εκπαιδευτικούς των ιδιωτικών σχολείων, έβαλε φραγμό στις αναιτιολόγητες απολύσεις, τέλος στη γραφειοκρατία των παρεκκλίσεων και έθεσε δίχτυ προστασίας των εργαζομένων στα φροντιστήρια και στα κέντρα ξένων γλωσσών.
Υπό τις πιέσεις των σχολαρχών, αλλά και των φίλα προσκείμενων σε αυτούς πολιτικών δυνάμεων, οι θεσμοί έθεσαν από τον Δεκέμβριο θέμα πλήρους κατάργησης του “Νόμου Φίλη” -αυτό δηλαδή που ζητούν οι σχολάρχες μέχρι σήμερα. Στη διαπραγμάτευση που ακολούθησε μέχρι και λίγες ώρες πριν ψηφιστεί το πολυνομοσχέδιο, σύμφωνα με πληροφορίες, έγινε προσπάθεια να αποσοβηθούν οι πιέσεις.
Ο Ν. 4415/2016 αναθεωρήθηκε, με τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς να εκφράζουν έντονη ανησυχία για την τελική μορφή των διατάξεων. Το άρθρο 56 του πολυνομοσχεδίου καταψηφίστηκε από την αντιπολίτευση στη Βουλή. Σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, οι τελικές ρυθμίσεις «βελτιώνουν τη θέση των εκπαιδευτικών που εργάζονται σε ιδιωτικά σχολεία και δημιουργούν αναχώματα στην ακαδημαϊκή και εκπαιδευτική αυθαιρεσία». Ωστόσο, με επιστολή της στον πρωθυπουργό, η ομοσπονδία των εκπαιδευτικών ΟΙΕΛΕ επισήμανε ότι ίσως να ήταν καλύτερη η επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς, ήτοι αυτό του Νόμου Αρβανιτόπουλου.
Οι νέες ρυθμίσεις
Με τις νέες διατάξεις, πάντως, εμπλέκεται για πρώτη φορά το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής στον ορισμό των κριτηρίων βάσει των οποίων θα κρίνονται δάσκαλοι και καθηγητές στα ιδιωτικά σχολεία. Ταυτόχρονα, ο οικείος σχολικός σύμβουλος έχει την υποχρέωση να ελέγχει την έκθεση που καταγγέλλει τη σύμβαση εργασίας με μια δεύτερη δική του αποτίμηση. Δηλαδή, η Πολιτεία διατηρεί πλήρη εποπτεία επί των όρων απόλυσής τους.
Ειδικότερα, αντί της αρχικής καταγγελίας από τον ιδιοκτήτη σχολείου (Ν. 4415/2016), τώρα εμπλέκεται ο διευθυντής του σχολείου, ενώ η διδακτική, παιδαγωγική ανεπάρκεια ή επαγγελματική ασυνέπεια που συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης στηρίζεται σε τουλάχιστον δύο εκθέσεις για δύο συνεχόμενα διδακτικά έτη βάσει κριτηρίων του ΙΕΠ. Ακόμη, η νομιμότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας κρίνεται από ανεξάρτητη επιτροπή, που συγκροτείται με απόφαση του υπουργού Παιδείας και αποτελείται από τρεις πρωτοδίκες. «Μελανό σημείο» θεωρείται η υποχρέωση της επιτροπής να αποφαίνεται εντός 90 ημερών από την καταγγελία, διαφορετικά τεκμαίρεται η νομιμότητα και μη καταχρηστικότητα της καταγγελίας. Η ΟΙΕΛΕ έχει ζητήσει συνάντηση με τον υπουργό Παιδείας προκειμένου να αποσαφηνιστεί το τι θα σημαίνει στην πράξη κάτι τέτοιο.
Ρεσιτάλ σχολαρχών – Ν.Δ.
Μέσα στην εβδομάδα, Νέα Δημοκρατία και σχολάρχες έδωσαν «ρεσιτάλ» κατά της οποιασδήποτε προστασίας των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, ασκώντας μαζί με το ΔΝΤ πιέσεις για να πέσει και το τελευταίο θεσμικό ανάχωμα απέναντι στην αυθαιρεσία των σχολαρχών.
Βασιλικότερη των θεσμών, η εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης τάχθηκε υπέρ της πλήρους απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων. Και κάπως έτσι, η Ν.Δ. καταψήφισε το άρθρο 56 του πολυνομοσχεδίου (που τροποποιεί τον λεγόμενο “Νόμο Φίλη” για την ιδιωτική εκπαίδευση), υιοθετώντας τα επιχειρήματα που το ΔΝΤ έφερνε από την επομένη κιόλας της ψήφισης του πλέγματος προστασίας για τους εκπαιδευτικούς το 2016.
Από την εποπτεία στην απορρύθμιση: Ένα ιστορικό της ιδιωτικής εκπαίδευσης
Με τον Ν. 3855/1958 καθιερώνεται για πρώτη φορά η ουσιαστική εποπτεία της Πολιτείας στα ιδιωτικά σχολεία. Ακολουθεί ο Ν. 682/1977, ιδιαίτερα προοδευτικός για την εποχή του. Όριζε όχι μόνο πλήρες ωράριο και εργασιακό καθεστώς των ιδιωτικών εκπαιδευτικών αντίστοιχο με εκείνων στα δημόσια σχολεία, αλλά και την πρόσληψή τους στο Δημόσιο σε περίπτωση απόλυσης. Τότε για πρώτη φορά -επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας και επί υπουργίας Γεωργίου Ράλλη- η ιδιωτική εκπαίδευση υπήχθη στις επιταγές του συντάγματος. Είχαν προηγηθεί 43 μέρες μιας μεγαλειώδους απεργίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών με αίτημα τη μονιμότητά τους. Μπορεί η απεργία των 43 ημερών να έληξε με επιστράτευση, όμως λίγο αργότερα ο Ν. 682/77 ήταν γεγονός.
Και μετά τον νόμο, όμως, οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί δεν σταμάτησαν. Συνέχισαν να διεκδικούν μέχρι να ρυθμιστεί και το θέμα της μη αναιτιολόγητης απόλυσης. Αποκορύφωμα η 15νθήμερη απεργία του 1983, την οποία ακολούθησε ο Ν. 1351/1983: Απαγόρευε τις απολύσεις, μέχρι να ψηφιστεί νέος νόμος. Πάντως, έως το 1989 δεν είχε ψηφιστεί μια συνολικότερη ρύθμιση για το θέμα. Εκτός από τον Ν. 1566/1985.
Ο τελευταίος όριζε ότι οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, εφόσον απολύονται με καταγγελία της σύμβασης εργασίας τους ή καταργούνται οι σχολικές αυτές μονάδες, προσλαμβάνονται στη δημόσια εκπαίδευση με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου με τον βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που κατέχουν.
Το 1989 η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, επί υπουργίας Βασίλη Κοντογιαννόπουλου, ψηφίζει διάταξη που αφήνει ελεύθερες τις απολύσεις. 830 σε μία ημέρα ο απολογισμός. Στη συντριπτική τους πλειονότητα αφορούσαν ενεργά στελέχη του εκπαιδευτικού και συνδικαλιστικού κινήματος.
Με τον Ν. 2986/2002 του Πέτρου Ευθυμίου και της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ επανέρχεται λίγη από τη χαμένη νομιμότητα στον χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Κι όμως 13 “πράσινοι” βουλευτές δεν τον ψηφίζουν, την ώρα που από τα έδρανα η Νέα Δημοκρατία δεσμεύεται να τον καταργήσει. Εκλέγεται, κι όμως από το 2004 έως το 2010 δεν αλλάζει τίποτα. Μετά ήρθαν τα Μνημόνια…
Αυτή τη φορά, είναι το ΠΑΣΟΚ που το 2010 εισάγει την έννοια της αναιτιώδους καταγγελίας της σύμβασης εργασίας στα ιδιωτικά σχολεία. Τον Ιούλιο του 2013 εγκύκλιος της Ν.Δ. μεταφέρει τις εργασιακές σχέσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο υπουργείο Εργασίας, με το Ενιαίο Μισθολόγιο.
Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί ξαναβγαίνουν στους δρόμους και προσφεύγουν στο ΣτΕ, το οποίο αποφαίνεται υπέρ της αναστολής της εγκυκλίου. Το 2014 όμως, ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, με πρόσχημα τις μνημονιακές δεσμεύσεις, φέρνει τον Ν. 4254/2014, υπάγοντας τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς πλήρως στο υπουργείο Εργασίας. Ήταν η «ληξιαρχική πράξη θανάτου» της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όπως είχε πει η ΟΙΕΛΕ, μέχρι να ξαναπάρει “ανάσα” με τον Ν. 4415/2016.