Τις τελευταίες δεκαετίες το στίγμα που ακολουθούσε τα δυσλεκτικά παιδιά, όταν φυσικά το πρόβλημα γινόταν αντιληπτό και δεν αποδιδόταν σε νοητικές δυσκολίες, σταδιακά εκλείπει. Βέβαια, πολλές φορές το πρόβλημα της δυσλεξίας δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς, καθώς τα παιδιά «χάνονται» στην αδυναμία ή στην αδιαφορία του περίγυρού τους.

Πλέον, όμως, μάλλον οι γονείς θα πρέπει να εστιάσουν στην αντιμετώπιση της δυσλεξίας, αφού ένας στους 10 παγκοσμίως υποφέρει από τη συγκεκριμένη μαθησιακή νευρολογική διαταραχή.
Η δυσλεξία αποδίδεται σε ελαττωματική νευρική διασύνδεση, οδηγώντας σε προβλήματα επικοινωνίας ανάμεσα σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, τις ακουστικές και τις γλωσσικές. Αποτέλεσμα είναι συχνά οι δυσλεκτικοί να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη γραφή ή την ανάγνωση.
Σύμφωνα με νέα μελέτη στην οποία συμμετείχαν ερευνητές από Βέλγιο, Βρετανία και Ελβετία, η δυσλεξία δεν κάνει κοινωνικοοικονομικές ή φυλετικές διακρίσεις και πλήττει 4% έως 10% του παγκόσμιου πληθυσμού, ανάλογα με τη χώρα και τη γλώσσα.
Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δυσλεκτικοί καταλαβαίνουν κανονικά τα λεγόμενα «φωνήματα» της γλώσσας, με τα οποία δημιουργούνται οι λέξεις, όμως δεν διαθέτουν τα κατάλληλα νευρωνικά «κυκλώματα» για την επεξεργασία τους, λόγω της προβληματικής διασύνδεσης των νευρώνων.
Πηγή: