Σε συντηρητική κατεύθυνση θα κινείται, σύμφωνα με πληροφορίες, ο οδικός χάρτης για τη χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, αποφεύγοντας ημερομηνίες και δίνοντας έμφαση στην ικανοποίηση συγκεκριμένων προϋποθέσεων κάθε φορά για την πραγματοποίηση του επόμενου βήματος.
Πριν από κάθε απόφαση που θα επιτρέπει στους καταθέτες να αποσύρουν μεγαλύτερα ποσά από τους λογαριασμούς τους ή να στέλνουν υψηλότερα εμβάσματα στο εξωτερικό, η Τράπεζα της Ελλάδος θέλει να έχει διασφαλίσει ότι το περιβάλλον θα είναι σταθερό και δεν θα υπάρχει κίνδυνος να ασκηθούν πιέσεις στο τραπεζικό σύστημα με εκροή καταθέσεων.
Προς το παρόν, αυτό δεν είναι δεδομένο, όπως προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία της κεντρικής τράπεζας, που δείχνουν μικρή υποχώρηση των καταθέσεων, της τάξης των 200 εκατ. ευρώ, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου.
Ετσι, από τα 10 δισ. ευρώ που μπήκαν στις τράπεζες το 2016, μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, μέχρι σήμερα έχουν φύγει τα 2,7 δισ. ευρώ, με τις μεγαλύτερες εκροές να σημειώνονται τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο.
Ο Μάρτιος έκλεισε με περαιτέρω ελαφρά μείωση, ο Απρίλιος με ελαφρά αύξηση και οι πρώτες μέρες του Μαΐου κινήθηκαν καθοδικά. Αυτό δείχνει, όπως επισημαίνουν στην κεντρική τράπεζα, ότι η σταθερότητα δεν έχει ακόμη αποκατασταθεί και το ισοζύγιο των καταθέσεων παραμένει αρνητικό και μάλιστα έντονα, αποθαρρύνοντας τολμηρές πρωτοβουλίες για τα capital controls.
Αντί ημερομηνιών, ο οδικός χάρτης θα αναφέρεται, σύμφωνα με πληροφορίες, σε προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα γίνεται η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Αυτές είναι:
1. Η επιστροφή των καταθέσεων.
2. Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
3. Η πρόσβαση στις αγορές.
4. Η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
5. Και η ρύθμιση του χρέους.
Επίσης, ο χάρτης θα προβλέπει σταδιακή άρση των περιορισμών του δεύτερου και στη συνέχεια του τρίτου πυλώνα των capital controls. Ο δεύτερος πυλώνας αφορά τους περιορισμούς στις αναλήψεις καταθέσεων (έως 840 ευρώ το δεκαπενθήμερο σήμερα) και τις συναλλαγές των επιχειρήσεων και ο τρίτος τη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό. Οι περιορισμοί του πρώτου πυλώνα, που αφορούν το άνοιγμα νέων προθεσμιακών λογαριασμών και εξόφληση δανείων, έχουν ουσιαστικά ήδη αρθεί.
Το επόμενο βήμα –το οποίο, πάντως, δεν θα προσδιορίζεται στον οδικό χάρτη– αναμένεται τον Ιούλιο, μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την εκταμίευση της δόσης.
Εκτιμάται ότι έως τότε, όπως είχε γίνει και πέρυσι με την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, θα έχει αποκατασταθεί η ηρεμία στο τραπεζικό τοπίο, με κάποιες επιστροφές καταθέσεων. Ο σχεδιασμός προβλέπει κατ’ αρχάς ότι οι περιορισμοί που θα αρθούν τότε θα αφορούν τη διευκόλυνση των συναλλαγών των επιχειρήσεων, π.χ. για την αγορά πρώτων υλών από το εξωτερικό.
Σε ό,τι αφορά το όριο ανάληψης καταθέσεων από τις τράπεζες, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι δεν θα αυξηθεί. Η μόνη πιθανότητα που εξετάζεται είναι να ενοποιηθεί σε ένα μήνα το όριο των δύο εβδομάδων, έτσι ώστε να μπορεί κάποιος να κάνει ανάληψη συνολικά ποσού έως 1.680 ευρώ τον μήνα, αντί των 840 ευρώ το δεκαπενθήμερο σήμερα. Ακόμη κι αυτή η κίνηση, όμως, δεν έχει ακόμη αποφασιστεί, καθώς ενέχει κίνδυνο εκροών αν συμβεί κάποια απρόβλεπτη αρνητική εξέλιξη.
Η κατάργηση των capital controls «θα είναι στο τέλος του δρόμου», αναφέρει αρμόδια υψηλόβαθμη τραπεζική πηγή, εννοώντας ότι πρέπει να προηγηθεί η αποκατάσταση της ασφάλειας με την ένταξη στο QE και την έξοδο στις αγορές. Μάλιστα, η πλήρης άρση των περιορισμών τοποθετείται, με ιδανικές συνθήκες και υπό προϋποθέσεις, στο τέλος του 2018.
Στην κεντρική τράπεζα πιστεύουν ότι οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων εγγυώνται ένα περιβάλλον ασφάλειας για να γίνει το επόμενο βήμα, μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης: η έξοδος στις αγορές.
Η σειρά είναι η εξής: Ολοκλήρωση της αξιολόγησης με ψήφιση του πολυνομοσχεδίου την ερχόμενη εβδομάδα, απόφαση για ελάφρυνση του χρέους και στη συνέχεια –εφόσον η απόφαση ικανοποιεί το ΔΝΤ, για να επιστρέψει στο ελληνικό πρόγραμμα– εκταμίευση της δόσης, ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και έξοδος στις αγορές.
Στην ιδανική αυτή χρονική σειρά, η απόφαση για το QE τοποθετείται στην καλύτερη περίπτωση τον Ιούλιο, αλλά –κατά ορισμένες πηγές– ενδεχομένως και τον Σεπτέμβριο, οπότε αντίστοιχα θα συντονιστεί η έξοδος στις αγορές.
Αν το ΔΝΤ δεν συμφωνήσει, τα πράγματα περιπλέκονται. Σύμφωνα με πληροφορίες από πηγή που γνωρίζει εκ των έσω το ΔΝΤ, για να μπει το Ταμείο στο ελληνικό πρόγραμμα θα χρειαστεί «επαρκή συγκεκριμενοποίηση και βεβαιότητα» στις παραμέτρους ελάφρυνσης του χρέους που θα εφαρμοστούν μετά το 2018, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιήσει τα στοιχεία αυτά ως βάση για την κατάρτιση της ανάλυσής του σχετικά με τη βιωσιμότητα χρέους.
Η ίδια πηγή εκτιμά ότι το πιθανότερο σενάριο είναι να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση, αν και δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να μη συμμετάσχει τελικά. Σε αυτή την περίπτωση, υποστηρίζει ότι «θα μαγειρευτεί» μια αλλαγή της θέσης της Γερμανίας, η οποία έχει υποστηρίξει ότι, αν δεν μπει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, θα πρέπει να αρχίσει η διαπραγμάτευση από την αρχή, καθώς δεν υπάρχει Plan B.
Σημειώνεται ότι, εφόσον μπει τελικώς το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, η συμμετοχή του δεν αναμένεται να ξεπερνά τα 3 δισ. ευρώ.