Δεν στερούνται θετικών σημείων, ωστόσο τα αρνητικά υπερτερούν. Αυτή είναι η γενική εικόνα των πανεπιστημίων και ΤΕΙ της χώρας μας, τα οποία στενάζουν υπό το βάρος των ελληνικών ιδιαιτεροτήτων: «αιώνιοι φοιτητές», μεγάλη γεωγραφική διασπορά χωρίς αντίστοιχες δομές φοιτητικής μέριμνας, έλλειψη αξιολόγησης, μείωση διδακτικού προσωπικού, απουσία στρατηγικής με εκρηκτική αύξηση των μεταπτυχιακών σπουδών αλλά μικρούς ρυθμούς αποφοίτησης.
Ειδικότερα, από τη μελέτη του υπουργείου Παιδείας με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η στρατηγική της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα, 2016-2020», προκύπτουν τα ακόλουθα βασικά συμπεράσματα:
• Κάθε χρόνο τα πανεπιστήμια και ΤΕΙ δέχονται περίπου 70.000 με 80.000 νέους φοιτητές. Ο συνολικός αριθμός των τακτικών φοιτητών (πρόκειται για εκείνους που φοιτούν σε κανονικό εξάμηνο σπουδών και δεν έχουν υπερβεί την προβλεπόμενη για το τμήμα/σχολή διάρκεια σπουδών) μειώθηκε κατά 15,7%, από το μέγιστο των 311.616 φοιτητών το 2005-6 στο ελάχιστο των 262.753 του 2009-10, για να σταθεροποιηθεί την τελευταία πενταετία στο επίπεδο των 270.000-280.000 φοιτητών. Το 2014-15 ήταν 279.871 φοιτητές.
• Ο αριθμός, ωστόσο, των φοιτητών, που έχουν ολοκληρώσει τα προβλεπόμενα από τον νόμο έτη σπουδών (π.χ. για τις νομικές σχολές 4 χρόνια, για τις ιατρικές 6 χρόνια) και οφείλουν μαθήματα, έχει διπλασιαστεί την τελευταία δωδεκαετία, από 163.037 το 2003-04 σε 328.742 το 2014-15.
• Ο μέσος ρυθμός αποφοίτησης παρουσιάζει σχετική σταθερότητα. Από το 2004 έως το 2014 λαμβάνουν πτυχίο κάθε χρόνο κατά μέσον όρο περίπου 50.000 φοιτητές, αριθμός που αντιστοιχεί στο 66,5% των εισακτέων ετησίως. Το ποσοστό, όμως, των αποφοίτων ανά έτος τα τελευταία χρόνια είναι περίπου στο 18% του συνόλου των ενεργών φοιτητών, με αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση των φοιτητών πέραν των κανονικών εξαμήνων, εκ των οποίων όσοι έχουν ξεπεράσει και τα 2 επιπλέον χρόνια (δηλαδή, το 4+2) χαρακτηρίζονται «αιώνιοι». Για τα χαμηλά ποσοστά έγκαιρης αποφοίτησης σημαντικό ρόλο έχουν η οικονομική κρίση, τα προβλήματα διοίκησης των ιδρυμάτων, η δομή και η ποιότητα της διδασκαλίας, η ελλειμματική φοιτητική μέριμνα (ενδεικτικά, εκτιμάται ότι οι φοιτητικές εστίες μπορούν να φιλοξενήσουν περί του 20% των φοιτητών που σπουδάζουν μακριά από το πατρικό τους) καθώς επίσης και οι ιδιαίτερες συνθήκες λειτουργίας κάθε ιδρύματος (π.χ. υπάρχουν τμήματα σε απομακρυσμένες περιοχές).
• Καταγράφεται εκρηκτική αύξηση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων την τελευταία δωδεκαετία, με αποτέλεσμα να υπάρχει αύξηση των μεταπτυχιακών φοιτητών, κατά 119% στα πανεπιστήμια και κατά 257,8% στα ΤΕΙ. Βέβαια, ο ρυθμός αποφοίτησης είναι πολύ μικρός: περίπου το 20% των μεταπτυχιακών στα πανεπιστήμια λαμβάνει τελικά μεταπτυχιακό δίπλωμα, ενώ στα ΤΕΙ το αντίστοιχο ποσοστό κινείται μεταξύ 25% με 50%. Παρομοίως, οι υποψήφιοι διδάκτορες έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από το 2013 στο 2014 (+90%) αλλά λιγότερο από το 10% ολοκληρώνει τελικά τη διατριβή του.
• Το διδακτικό προσωπικό έχει μειωθεί δραματικά από το μέγιστο 24.636 το 2009-10 σε 14.686 το 2014-15. Η μείωση είναι μικρότερη στα πανεπιστήμια (περίπου 21%) και μεγαλύτερη στα ΤΕΙ (περίπου 65%) λόγω της μη ανανέωσης των συμβάσεων του προσωπικού με σύμβαση ορισμένου χρόνου. Αυτό εκτίναξε την αναλογία φοιτητών/ διδασκόντων στο 17,11 για τα πανεπιστήμια και 24,01 για τα ΤΕΙ (19,06 ο μέσος όρος) επιβαρύνοντας τα προβλήματα των ιδρυμάτων.