Την εβδομάδα που ξεκινά, όλοι οι εμπλεκόμενοι παίκτες στο ελληνικό ζήτημα αναμένεται να κληθούν να βάλουν νερό στο κρασί τους. Άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο. Χωρίς υπαναχωρήσεις από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές, το αδιέξοδο δεν μπορεί παρά να διατηρηθεί.
Μια ένδειξη για την πιθανή εξέλιξη των πραγμάτων ίσως αποτελεί η χθεσινή δήλωση Σόιμπλε στο ARD. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών μάς είπε ότι ποτέ δεν απείλησε με Grexit(!) και (ξεπερνώντας τον εαυτό του) σημείωσε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στον σωστό δρόμο και ο ίδιος είναι αισιόδοξος.
Σήμερα στο Eurogroup, οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης αναμένεται να διαμηνύσουν στον Ευκλείδη Τσακαλώτο ότι χωρίς την προκαταβολική αποδοχή μέτρων, η βαλίτσα της διαπραγμάτευσης δεν μπορεί να πάει παρακάτω. Οι ζυμώσεις στους κόλπους της κυβέρνησης έχουν γίνει. Υπαναχωρήσεις αναμένονται. Όχι όμως χωρίς αντισταθμιστικά μέτρα, τα οποία θα βαρύνουν αισθητά στις αποφάσεις για τη διαπραγμάτευση, τόσο αναφορικά με το εύρος τους όσο και με βάση τον χρόνο.
Το αναμενόμενο σήμερα στο Eurogroup είναι μάλλον το ελάχιστο. Μια καταγραφή της προόδου που έχει γίνει και των μετώπων που παραμένουν ανοιχτά. Στο ιδανικό σενάριο, το Eurogroup θα μπορούσε να βγάλει ημερομηνία επιστροφής του κουαρτέτου στην Αθήνα. Όπως προκύπτει όμως και από τις δηλώσεις του επικεφαλής του EwG Τόμας Βίζερ (στο Πρώτο Θέμα), τα εισιτήρια επανόδου των επικεφαλής απαιτούν μια δήλωση πρώτης αποδοχής των μέτρων σε αφορολόγητο, ασφαλιστικό και εργασιακό από τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών.
Μέχρι τώρα η ελληνική κυβέρνηση διαμηνύει ότι δεν θα αποδεχθεί τα μέτρα, χωρίς να έχει κερδίσει τα απαραίτητα ανταλλάγματα. Μειώσεις φόρων σε βάθος χρόνου αλλά και -κυρίως- μέτρα για το χρέος και σαφές δημοσιονομικό μονοπάτι, με ηπιότερες απαιτήσεις έστω μετά το 2020, κατά ορισμένες πληροφορίες.
Αν διατηρηθεί αυτή η γραμμή, ημερομηνία επανόδου των δανειστών δεν πρόκειται να προκύψει σήμερα, καθώς κρίσιμα κομμάτια στο παζλ των ελληνικών επιδιώξεων αναμένεται να συμπληρωθούν την Τετάρτη, στη συνάντηση που θα έχουν στο Βερολίνο Άνγκελα Μέρκελ και Κριστίν Λαγκάρντ. Εκτός και εάν η κυβέρνηση συμβιβαστεί με μια διαδικασία προσέγγισης βήμα βήμα, εγκαταλείποντας την επιδίωξη λύσης πακέτο για μέτρα-χρέος και πλεονάσματα.
Νερό στο κρασί των μέτρων
Στο μέτωπο των απαιτήσεων από την ελληνική κυβέρνηση, οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι οι δανειστές ενδέχεται να βάλουν ορισμένες πινελιές πολιτικών διευκολύνσεων στην κυβέρνηση.
Τα μέχρι τώρα δεδομένα αφορούν στην προκαταβολική νομοθέτηση μέτρων ύψους έως 2% του ΑΕΠ, με δραστική μείωση του αφορολόγητου και των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων. Το αφορολόγητο έχει ήδη ζυμωθεί επαρκώς στην κοινοβουλευτική ομάδα της συγκυβέρνησης.
Οι συντάξεις συνιστούν μεγάλο «αγκάθι» και μόλις την περασμένη Παρασκευή, με άρθρο στους Financial Times, η αρμόδια υπουργός Έφη Αχτσιόγλου οριοθέτησε με σαφήνεια μια κόκκινη γραμμή, η οποία πολιτικά θεωρείται μάλλον απροσπέλαστη.
Σε αυτό το σημείο, ενδέχεται να υπάρξει μια καθοριστική υπαναχώρηση. Οι δανειστές, κατά τις πληροφορίες, εμφανίζονται πρόθυμοι να συζητήσουν το ενδεχόμενο, το πακέτο των μέτρων να σπάσει στα δύο, με την εφαρμογή να φέρνει σε πρώτο πλάνο το αφορολόγητο το 2019 και σε δεύτερο, την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις από το 2020.
Παρότι τα μέτρα θα εφαρμοστούν βρέξει-χιονίσει και ανεξάρτητα από το εάν το 2018 επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, η μετάθεση της εφαρμογής των σκληρών μέτρων στις συντάξεις σε ορίζοντα τριετίας δίνει σαφώς ένα μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών στην ελληνική κυβέρνηση. Κι αυτό διότι, με βάση τους ισχύοντες νόμους, από το 2019 και μετά, οι προσωπικές διαφορές στις συντάξεις προβλέπεται ότι θα παραμείνουν παγωμένες και οι συντάξεις θα αναπροσαρμόζονται με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή.
Παράλληλα, το ύψος του πακέτου μέτρων 2% του ΑΕΠ δεν έχει γραφτεί στην πέτρα. Εάν τα τελικά στοιχεία για το περυσινό πλεόνασμα δείξουν διατηρήσιμη υπεραπόδοση, πηγή με γνώση των διαπραγματεύσεων εκτιμά ότι οι απαιτήσεις θα μπορούσαν να μειωθούν ακόμα και οριακά, πάνω από το 1% του ΑΕΠ.
Οι πρώτες εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών αναφέρουν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα το 2016 προσέγγισε το 3% του ΑΕΠ, επίδοση η οποία αν πιστοποιηθεί από τη Eurostat, δεν μπορεί παρά να αναγκάσει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να αναθεωρήσει τις προβλέψεις του. Ή τουλάχιστον να τις στρογγυλέψει…
Όσον αφορά στους χρόνους, το πιθανότερο σενάριο προβλέπει ότι θα απαιτηθεί να πιάσουμε και Απρίλιο…